Θυμάμαι, σε χώρα μακρινή. Ήταν τότε που διέσχιζα εκείνο το δρόμο τον ατέλειωτο με ιλιγγιώδη ταχύτητα,
τη φαντασία μου να πλέκει σκιά άγνωστη με τη δική σου μορφή, να στέκεται ακαθόριστη αμετάκλητα πλάι μου
και να μ’ ακολουθεί σε μέρες μελλούμενες. Κι η λεωφόρος κυλούσε ατέρμονη… Ήσουν σπέρμα βαλμένο στο κορμί μου
κι ήρθε η ώρα σου με τη χρυσή βροχή του Δία ν’ αντρειωθείς μέσα μου…
σε περίμενα, πώς σε περίμενα.. στο αδιάφορο πια κύλισμα της ζωής μου τα κύτταρά μου να ζωντανέψεις
στου αδοκίμαστου τον τόπο.
Τώρα όλοι χειροκροτούν τον torerro… αδάμαστη η φύση του έρωτα « ζήτω.. ζήτω ο ταυρομάχος» αναφωνούν
κι εγώ στη σαγήνη αφέθηκα βίαια να κυλώ ανάμεσά, σ’ ένα Hose κι έναν torerro, διπλός ο ρόλος μου ..
ξέφρενος ο χορός μου, στα βήματα του ανομολόγητου, άμυαλη, στην κόψη του ξυραφιού, με του χορού το πάθος
και τί μπορεί να με συγκρατήσει πια. Σε μια άκρη παράτολμα στέκω, γκρεμός από κάτω μου,
απλώνω τα χέρια στον αέρα να κρατηθούν απ’ τα σύννεφα και συ εκεί να αιωρείσαι απειλητικά στ’ ακούσματα του Μπιζέ
και να με παρασέρνεις σ’ ένα Σπανιόλικο χορό με κινήσεις δυναμικές, ρυθμικές ..
μια Κάρμεν.. ναι.. και με καίει η φλόγα μέσα μου.. νιώσε το με τη «χαμπανέρα» μου,
γιατί ένα πουλί φτερουγίζει στα στήθη μου,
«η αγάπη είναι ένα ανυπότακτο πουλί…
…………………….
. Η αγάπη! Η αγάπη!
Η αγάπη είναι παιδί των Μποέμ
Δεν γνώρισε ποτέ, ποτέ νόμους
Αν δεν μ’ αγαπάς, εγώ σ’ αγαπώ
Αν σ’ αγαπώ, πρόσεχε!….
……………………………….»
Έρμαιο στης ζήλειας σου τ’ απόκρυφα μονοπάτια… πατώ δυνατά, σκληρά με άγριο πείσμα
στην πέτρα της άκρης του απόκρημνου δρόμου ματώνουν τα πόδια μου
κι η μουσική τυφλά, ερωτικά με παρασέρνει.. κράτα με.. κράτα με..
διογκωμένες οι κόρες των ματιών μου βυθίζονται απελπισμένα στο σκοτεινό βλέμμα σου,
οι δαγκάνες της τρέλας με τραβούν σ’ ένα τέλος… άβυσσος το άπλωμα της ψυχής, ασύνορο…
πλανεύτρα είναι.. με τραβάει, με ιλιγγιώδη ταχύτητα.. σαν σ’ εκείνον τον δρόμο τότε,
όμως τώρα με σπρώχνει στην άκρη του γκρεμού και με ματώνει.. .
κράτα με.. κράτα με…φωνάζω ξεψυχώντας …
photo https://pixabay.com/el/