Οκτώ και είκοσι το πρωι. Μία καλή ώρα για έναν καφέ με μουσική για να ξεκινήσει έτσι καλά η μέρα.
Αυτές οι πρωινές μυρωδιές, αυτό το λίγο κρύο στο πρόσωπο με μία ζακέτα στους ώμους αυτή η ίδια συνήθεια να πίνω τον ελληνικό σκέτο την ίδια ώρα με συναρπάζει και έτσι ξεκινώ με όρεξη με δύναμη να αδράξω την ημέρα μου.
Τελειώνει και αυτός ο μήνας , ο χειμώνας φτάνει στο τέλος με όλα τα πείσματα του. Αν δεν είχαμε και την πανδημία… αλλά πάντα υπάρχει η ελπίδα γιά ένα καλύτερο αύριο.
Ζεστός ο ελληνικός καφές μυρωδάτος λές και έχει γίνει στη χόβολη. Πόσο με ταξιδεύει, όπως και ο Γιάννης Πάριος με το τραγούδι του (έλεγα να σου στείλω ένα γράμμα,) ταξιδεύω μαζί του και η πρώτη στάση στο Σούπερ Μάρκετ λίγα ψώνια; για το σπίτι.
Παρκάρω βιαστικά το αυτοκίνητο κλειδώνω και αφήνω ένα σημείωμα είμαι απέναντι. Δεν προλαβαίνω να κλειδώσω καλά καλά και το μάτι μου πέφτει στο πεζοδρόμιο.
Δεξιά και αριστερά πακέτα από χαρτί κουζίνας, και ένας στενός διάδρομος για να περάσω στο κατάστημα.
Μάλλον ήρθα νωρίς είπα μέσα μου και ακόμη παραλαμβάνουν παραγγελίες οι υπεύθυνοι του καταστήματος, αλλά η σκέψη μου αυτή ήταν λάθος, απλά έχει προσφορά στο χαρτί κουζίνας το κατάστημα
Προχωρώ για τον πρώτο διάδρομο ο ένας σπρώχνει τον άλλον γιά να περάσει και η λέξη συγνώμη ξεχασμένη.
Δύο τρεις γυναίκες σέρνουν από δύο πακέτα των δέκα τεμαχίων χαρτί κουζίνας, απέναντι μία υπάλληλος στη μαναβική μαζεύει τις ντομάτες που έγιναν χυμός από την βιασύνη μερικών για να προλάβουν την προσφορά.
Προχωρώ προς τα ψυγεία ένας άντρας με βοηθό την γυναίκα του σέρνουν τέσσερα πακέτα των δέκα τεμαχίων χαρτί κουζίνας βιαστικά τα αφήνουν σε μία άκρη μαζί με ένα σημείωμα. Είναι δικά μου μην τα πάρει κανείς. Μάλιστα γράφει και το όνομά της Γιώτα.
Ένας κύριος βιαστικός τρέχει να προλάβει και αυτός την προσφορά και ρίχνει το κουτί με γάλα από τα χέρια ενός ηλικιωμένου.
Χάθηκε η συγνώμη μπροστά στην απληστία ο άνθρωπος γίνεται απάνθρωπος. Δεν υπάρχει ο σεβασμός και η αξιοπρέπεια μόνο ο εαυτός μας μονολογεί ο ηλικιωμένος.
Απογοήτευση να ξεκινώ έτσι τη μέρα μου βλέποντας όλα αυτά και έχοντας τα λίγα πράγματα στο καρότσι μου και βλέποντας, πώς είναι μακρύς ο δρόμος για την έξοδο από το κατάστημα, και επειδή η υπομονή μου έγινε χίλια κομμάτια με την απογοήτευση λέω στην κυρία που περίμενε μπροστά από μένα με τα πακέτα της ευγενικά θα μπορούσατε να πάρετε λιγότερα πακέτα για να μπορέσει να πάρει και κάποιος άλλο γιατί ξέρετε όλοι περνάμε δύσκολα πανδημία, ανεργία, διάφορα προβλήματα μικρά η μεγάλα.!
– Θα πάρω όσα θέλω και λογαριασμό δεν δίνω σε κανέναν.
– Λυπάμαι της είπα η μιζέρια της ψυχής είναι πιο μεγάλη από την μιζέρια της τσέπης μας.
Η στιγμή για να ανοίξω το πορτοφόλι μου να πληρώσω και να φύγω μου φάνηκε αιώνας.
Αλήθεια σε τέτοιους χαλεπούς καιρούς μήπως πρέπει να δούμε λίγο και τον συνάνθρωπο μας.
Αν έχει τα απαραίτητα. Πως πορεύεται στα δύσκολα. Πρέπει να μάθει η κυρία που αντάμωσα στο σούπερ να απλώνει το χέρι της και να προσφέρει κάτι και στον συνάνθρωπό της..
Πρέπει να μάθει η κ. Γιώτα του 4ου ορόφου της οικοδομής να αγοράζει ένα κομμάτι κρέας για την Ελληνίδα οικιακή βοηθό που ο άντρας της έχει χάσει την δουλειά του.
Πρέπει να μάθει η κ. Μαίρη να αφήνει να μαγειρεύει η γειτόνισσά στο σπίτι της γιατί είναι άνεργη και η ΔΕΗ της έκοψε το ρεύμα,.
Πρέπει να μάθουμε όλοι να σεβόμαστε τον συνάνθρωπο μας την ανθρώπινη ζωή
Όλοι μας βιώνουμε την ίδια κατάσταση κάποιοι όμως έχουν μεγαλύτερη ανάγκη την στήριξή μας.
Ας παραμείνουμε άνθρωποι στα εύκολα και στα δύσκολα της ζωής.
Τα σέβη μου
photo https://pixabay.com/el/