Όταν η οργή ξεφεύγει από τα όρια της ελευθερίας και γίνεται αυθαιρεσία, τότε όλοι χάνουμε. Όχι ιδεολογικά. Ανθρώπινα.
Ζούμε σε καιρούς δύσκολους. Και είναι απόλυτα φυσιολογικό ο κόσμος να είναι αγανακτισμένος. Να βγαίνει στους δρόμους. Να φωνάζει, να διαμαρτύρεται, να διεκδικεί. Αυτή είναι η Δημοκρατία. Αυτός είναι ο πυρήνας της.
Αλλά αυτό που βλέπουμε τον τελευταίο καιρό δεν είναι Δημοκρατία. Είναι ασυδοσία.
Los Angeles
Δεν μπορώ να παρακολουθώ πια σιωπηλά όσα συμβαίνουν. Ομάδες διαδηλωτών κατέβηκαν στους δρόμους, κλείνοντας κεντρικές αρτηρίες, αποκλείοντας την πρόσβαση σε κτίρια του ICE, ζωγραφίζοντας απειλητικά συνθήματα σε τοίχους και δημόσια οχήματα, πετώντας αντικείμενα στις αστυνομικές δυνάμεις. Όλα αυτά, υποτίθεται, στο όνομα της “ελευθερίας”.
Μα ποια ελευθερία είναι αυτή που δεν σέβεται τους άλλους; Ποια ελευθερία σου επιτρέπει να λεηλατείς καταστήματα, να σπας τις βιτρίνες ενός οικογενειακού καφενείου, να τρομοκρατείς μια υπάλληλο σε τοπικό φαρμακείο που έκλαιγε κλειδωμένη στην αποθήκη επειδή “το πλήθος” αποφάσισε ότι μπορεί να κάνει ό,τι θέλει;
Οι σκηνές δεν ήταν εικόνες διαμαρτυρίας. Ήταν εικόνες χαοτικής βίας. Μικρές επιχειρήσεις – πολλές από αυτές ανήκουν σε μετανάστες που ήρθαν εδώ να χτίσουν μια νέα ζωή – καταστράφηκαν μέσα σε λίγα λεπτά. Άνθρωποι που δούλευαν μια ζωή για να φτιάξουν κάτι, είδαν τον κόπο τους να γίνεται στάχτη ή να καταγράφεται σε ένα βίντεο που θα παίζει για 24 ώρες στο TikTok. Κανείς δεν τους ρώτησε αν συμφωνούν ή διαφωνούν με την κυβερνητική πολιτική. Τους τιμώρησαν απλώς επειδή υπήρχαν στο “λάθος τετράγωνο”.
Με θλίβει βαθιά. Είμαι υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, υπέρ του διαλόγου για το μεταναστευτικό, υπέρ των ειρηνικών κινητοποιήσεων. Αλλά αυτό που βλέπουμε δεν είναι υπεράσπιση των αδυνάτων — είναι εκμετάλλευση των πάντων. Μια μειοψηφία δυναμιτίζει την κοινωνική συνοχή, καταστρέφοντας στο πέρασμά της ό,τι δεν συμβολίζει την ιδεολογική της αλήθεια.
Και αναρωτιέμαι, με όλη την ειλικρίνεια ενός απλού πολίτη:
Ποιος θα υπερασπιστεί τον μετανάστη που έχασε το μαγαζί του; Ποιος θα αποκαταστήσει τον εργαζόμενο που δεν πληρώθηκε γιατί το μαγαζί του λεηλατήθηκε στο όνομα μιας “επανάστασης”; Ποιος θα μιλήσει για αυτούς, όταν όλοι φωνάζουν για “δικαιώματα”, αλλά κανείς δεν αναλαμβάνει την ευθύνη για τις ζημιές;
Ανάλογες εικόνες και σε άλλες πόλεις της Καλιφόρνιας
Δυστυχώς, το φαινόμενο δεν περιορίζεται στο Λος Άντζελες. Στο Όκλαντ, στο Σαν Ντιέγκο, στο Σακραμέντο — σε πολλές πόλεις της Καλιφόρνιας βλέπουμε το ίδιο μοτίβο να επαναλαμβάνεται. Διαδηλώσεις που ξεκινούν με συνθήματα υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων καταλήγουν σε σκηνές έντασης, φθοράς και βίας, με μπλοκαρισμένους δρόμους, επιθέσεις σε δημόσιες υπηρεσίες και προπηλακισμούς ανθρώπων με αντίθετες απόψεις.
Είναι σαν να έχει χαθεί η διαφορά ανάμεσα στην αντίσταση και την ακυβερνησία. Ο δημόσιος διάλογος δεν έχει απλώς παραγκωνιστεί — έχει αντικατασταθεί από κραυγές, πιέσεις, και μια νοοτροπία που λέει: “αν δεν συμφωνείς μαζί μου, τότε είσαι εχθρός”.
Αντί για δημοκρατικό διάλογο, βλέπουμε συλλογική πίεση μέσω φόβου. Αντί για επιχειρήματα, βλέπουμε ακτιβισμό-σόου, όπου σημασία δεν έχει η αλήθεια αλλά η εντύπωση. Οι νόμιμες διαδικασίες – οι θεσμοί, τα δικαστήρια, οι πολιτικοί διάλογοι, οι κοινοβουλευτικές αποφάσεις – καταπατούνται. Γιατί; Γιατί κάποιοι πιστεύουν πως η “αγανάκτησή” τους τούς δίνει το ηθικό προβάδισμα να κάνουν ό,τι θέλουν.
Και ξέρεις τι φοβάμαι περισσότερο; Πως αυτή η στάση δεν είναι πια περιθωριακή. Αρχίζει και γίνεται “κανονικότητα”. Η βία βαφτίζεται “αντίδραση”. Η καταστροφή βαφτίζεται “πολιτική δήλωση”. Όποιος τολμά να αντιδράσει, να ζητήσει ισορροπία, να μιλήσει για νόμο και τάξη, στοχοποιείται ως “ανάλγητος”, “ρατσιστής” ή “συντηρητικός”.
Μα δεν είναι “συντήρηση” να θες να προστατέψεις τις ζωές των συνανθρώπων σου. Δεν είναι “αδιαφορία” να θες να πεις: “Αρκετά με το χάος. Θέλουμε λύσεις, όχι άλλο θέατρο.”
Αν δεν επενέβαινε το κράτος, πάλι θα φωνάζανε
δεν υπερασπίζομαι κάθε μορφή κρατικής επέμβασης. Η απρόκλητη αστυνομική βία είναι εξίσου καταδικαστέα. Έχουμε δει, σε χώρες όπως η Ελλάδα, τα ΜΑΤ να εισβάλλουν σε ειρηνικές συγκεντρώσεις, να σπρώχνουν νέους που κρατούν πανό, να ρίχνουν χημικά σε πλατείες χωρίς σοβαρό λόγο. Αυτή είναι άλλη μια μορφή ασυδοσίας – από την πλευρά της εξουσίας αυτή τη φορά. Και αυτό δεν το ξεχνώ.
Όμως εδώ, στην περίπτωση των πρόσφατων επεισοδίων στο Λος Άντζελες και αλλού, η επέμβαση δεν ήταν απρόκλητη. Δεν ήταν αυθαίρετη, δεν έγινε σε σιωπηλές πορείες ή καθιστικές διαμαρτυρίες. Έγινε γιατί η κατάσταση είχε ξεφύγει. Γιατί υπήρχε κίνδυνος για ζωές, για περιουσίες, για την ίδια την κοινωνική ισορροπία. Και όταν η Δημοκρατία κινδυνεύει από τη βία του δρόμου, έχει δικαίωμα – και υποχρέωση – να προστατεύσει τον εαυτό της.
Και κάτι ακόμα που με εξοργίζει όσο και η ίδια η βία: η υποκρισία.
Αυτοί που σήμερα κατηγορούν την κυβέρνηση ότι επεμβαίνει για να “καταστείλει διαμαρτυρίες”, είναι οι ίδιοι που αν καθόταν με σταυρωμένα χέρια, θα την κατηγορούσαν για “αδιαφορία” και “εγκατάλειψη των πολιτών”. Θέλουμε τελικά ένα κράτος παρόν ή απόν; Θέλουμε ένα κράτος που διαφυλάσσει την ασφάλεια όλων ή που παρακολουθεί παθητικά την καταστροφή;
Δεν μπορείς να απαιτείς προστασία όταν σε αφορά, και ασυδοσία όταν αφορά άλλους. Δεν μπορείς να φωνάζεις “γιατί δεν επεμβαίνουν;” όταν σε έκλεψαν, αλλά να φωνάζεις “καταστολή!” όταν επεμβαίνουν για να μην κλαπούν άλλοι.
Η προστασία της δημόσιας τάξης δεν είναι καταπίεση – είναι ευθύνη. Η επέμβαση της αστυνομίας, όταν γίνεται για να διαφυλάξει τη ζωή και την περιουσία του πολίτη, δεν είναι αυταρχισμός – είναι υποχρέωση. Και όποιος κυβερνά, αν δεν το κάνει αυτό, τότε πραγματικά θα φταίει.
Γι’ αυτό, ας είμαστε ειλικρινείς: δεν μπορούμε να ζητάμε μια Δημοκρατία μόνο όταν μας βολεύει. Αν θέλουμε να την υπερασπιστούμε, πρέπει να την σεβόμαστε και στις εύκολες στιγμές και στις δύσκολες.
Δεν είμαστε ενάντια στους ανθρώπους – είμαστε ενάντια στην ανομία
Δεν είμαι υπέρ των μαζικών απελάσεων, ούτε υπέρ του να πετάμε στον δρόμο οποιονδήποτε δεν έχει χαρτιά. Η Αμερική είναι γεμάτη από ανθρώπους χωρίς νόμιμο καθεστώς, αλλά με τίμια ζωή, εργατικότητα, προσφορά στην κοινωνία. Είναι άνθρωποι που φροντίζουν ηλικιωμένους, μεγαλώνουν παιδιά, δουλεύουν σε οικοδομές, μαγαζιά, φάρμες. Άνθρωποι που αγαπούν αυτή τη χώρα περισσότερο κι από όσους γεννήθηκαν εδώ. Και πιστεύω ακράδαντα ότι οφείλουμε να βρούμε νόμιμους δρόμους για να τους εντάξουμε, να τους προστατέψουμε, να τους αναγνωρίσουμε.
Αυτό που δεν μπορώ να δεχτώ είναι να μπαίνουν όλοι στο ίδιο σακί. Άλλο ο άνθρωπος που ήρθε για να ζήσει και να εργαστεί, και άλλο αυτός που διακινεί ναρκωτικά, συμμετέχει σε συμμορίες ή διαπράττει βίαια εγκλήματα. Η κοινωνία δεν αντέχει τη σύγχυση αυτή. Δεν γίνεται στο όνομα της ανοχής να ανεχόμαστε την εγκληματικότητα, την παραβατικότητα και την ανομία.
Ούτε και γίνεται να ανεχόμαστε την πολιτική εκμετάλλευση των πάντων. Άλλοι φωνάζουν “όχι απελάσεις” γενικά κι αόριστα, αλλά αποφεύγουν να απαντήσουν τι γίνεται με τους εγκληματίες. Τους θέλουμε δίπλα μας; Στα σχολεία μας; Στις γειτονιές μας; Όχι. Πρέπει να είμαστε και ανθρώπινοι, και υπεύθυνοι.
Δεν μπορούμε όμως να μιλάμε για λύση στο μεταναστευτικό χωρίς να κοιτάξουμε και τα δύο άκρα της αποτυχίας.
Από τη μία, η πλήρης ασυδοσία της τελευταίας τετραετίας, όπου η μεταναστευτική πολιτική – υπό Δημοκρατική διαχείριση – μετατράπηκε σχεδόν σε άρνηση ελέγχου. Πάνω από 25 εκατομμύρια παράτυποι μετανάστες εκτιμάται ότι έχουν εισέλθει στη χώρα χωρίς διαδικασία, χωρίς πλαίσιο, χωρίς οργάνωση. Δεν φταίνε αυτοί που ήρθαν – φταίνε όσοι έκλεισαν τα μάτια και αρνήθηκαν να θέσουν όρια στο όνομα της «προόδου».
Από την άλλη, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε και το άλλο άκρο – την τρέχουσα μεταναστευτική πολιτική της κυβέρνησης Τραμπ, όπου κάθε μετανάστης αντιμετωπίζεται συλλήβδην ως απειλή. Όπου δεν προωθείται καμία σοβαρή μεταρρύθμιση, αλλά αντίθετα, συνεχίζεται η ποινικοποίηση της παρουσίας χιλιάδων ανθρώπων. Αντί για κοινωνική ένταξη, παρακολουθούμε καταδιώξεις, μαζικές εφόδους, ρητορική φόβου, και ένα κυνήγι μαγισσών που χτυπά χωρίς διάκριση. Δεν οικοδομείται μεταναστευτική πολιτική πάνω στην τρομοκράτηση ευάλωτων ανθρώπων.
Η λύση δεν βρίσκεται ούτε στην ανοχή χωρίς λογική, ούτε στη σκληρότητα χωρίς καρδιά.
Χρειαζόμαστε μια νέα μεταναστευτική πολιτική, με νόμους που προστατεύουν τη χώρα αλλά και σέβονται τον άνθρωπο. Με σύστημα, όχι χάος. Με δικαιοσύνη, όχι τυφλό κυνηγητό.
Βοηθήστε τους μετανάστες ουσιαστικά. Όχι με βία. Όχι με καταστροφή. Όχι με πολιτικά παιχνίδια που τους χρησιμοποιούν ως εργαλείο για να δείξουμε “αγανάκτηση”.
Η αληθινή βοήθεια δεν δίνεται με φωτιές και απειλές.
Δίνεται με προσπάθεια, με θεσμικές πρωτοβουλίες, με νομικές διεκδικήσεις. Με πίεση στα σωστά σημεία, με προτάσεις, με ενότητα.
Δεν βοηθάς έναν άνθρωπο όταν τον κάνεις όπλο σε μια ιδεολογική σύγκρουση. Τον βοηθάς όταν πολεμάς για το δικαίωμά του να ζήσει νόμιμα, αξιοπρεπώς και με ασφάλεια.
Η αλλαγή δεν έρχεται με το να γκρεμίζεις. Έρχεται με το να χτίζεις σωστά, με σύνεση και πίστη στην ανθρώπινη αξία.