Εξέπνεες έναν βαθύ αισθησιασμό. Μια απόκοσμη ερωτική αύρα. Όπως κάθε που ψιθύριζες τη «Fata Morgana» του λατρεμένου σου Καββαδία. Νιώθαμε λες και μας μυσταγωγούσες ένα πράγμα.
Γιατί ήσουν αλλόκοτο πλάσμα εσύ, σάρκινη ξωθιά. Δεν γινόταν να πλήξει κανείς στην αλέγκρο σου θέα.
Μόνο ένα παιδί με ζωηρή φαντασία θα μπορούσε να εισχωρήσει στους λαβυρίνθους των σκέψεών σου, στο ατίθασό σου θυμικό, στο λάγνο σου βλέμμα…
Ο τρόπος που έπλεκες τα λόγια και τα συναισθήματα μοναδικός. Έπρεπε να ξεκλειδώνω στίχους και νοήματα, να παρασύρομαι στα κύματα των αισθήσεων, να φλογίζομαι από πάθη, για να σε συνεριστώ.
Στη «Λαγουδέρα», το αλησμόνητο night club της Ύδρας, με κεραυνοβόλησε ο έρωτας. Στην αυθεντική vintage ντίσκο, τη γεμάτη νοσταλγικές ποπ και ροκ μουσικές, εκεί κάπου στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Το πρώτο βράδυ της πενθήμερής μας εκδρομής.
Ένιωθα σαν να σ’ έβλεπα για πρώτη φορά! Σαν να σε γνώριζα από την αρχή… Σαν να γύριζαν οι λεπτοδείχτες ξανά πίσω, όταν είχαμε πρωτοσυστηθεί ως συμμαθητές του Α3.
Μόνο που τότε ήμουν μειράκιο. Στη Γ΄ Λυκείου είχα πια ανδρωθεί. Είχα λύσει τους κάβους κι ήμουν έτοιμος να σαλπάρω για νέες πολιτείες, για καινούργιες περιπετειώδεις εξορμήσεις, για αποδράσεις χιτσκοκικές.
Σε εκείνη την εκδρομή με γοήτευσες. Μου κέντησες την περιέργεια! Έδειχνες τόσο φρέσκια και δροσερή μα και τόσο αιθέρια!
Ήθελα με κάθε τρόπο να σε καθελκύσω και να πιω το μεδούλι σου…Να σκαρώσω απόδραση και να σε ρυμουλκήσω προς άγνωστη κατεύθυνση. Κι ας έμπαινα στα στόματα του κόσμου όλου! Κι ας λογοκρινόμουν!
Από εκείνη την αιώνια νύχτα κατείχες ήδη πρωτεύουσα θέση στη μυθολογία μου. Σε προστάτευα σφιχτά, σαν τα μονάκριβα επτάιντσα βινύλιά μου.
Έγινες το άπιαστο πάθος μου που δεν το κατάπιε ποτέ κανένα κύμα.
Το αλάτι της άγριας θάλασσας που στέγνωσε μια για πάντα στο στόμα μου.
-Κάτι έχεις πάθει εσύ απόψε, θυμάμαι να μου είπες, λες και γνωμάτευες.
-Πώς να μην πάθω, σου απάντησα, που τα έχω χάσει από την αφροδίσια σου ομορφιά!
Ένα μειλίχιο χαμόγελο, διαισθητικό, διαγράφηκε στο πρόσωπό σου, σωστό πετιμεζάκι, που μ’ έκανε να σειστώ σύγκορμος. Σαν να με διαπέρασε ρεύμα ηλεκτρικό!
Ευτύχησα, θυμάμαι, να χορέψω μαζί σου ατελείωτα μπλουζ, να γίνω αφοσιωμένος καβαλιέρος σου, να χρωματίζω με συναισθήματα κάθε μου αταξίδευτο καημό.
«Θα μεταλάβω με νερό θαλασσινό, στάλα τη στάλα συναγμένο απ’ το κορμί σου» γράφει ο ποιητής.
Έτσι μετέλαβα και εγώ το φιλί.
Και έγινες εσύ η ιέρεια- κιβωτός.
Και εγώ ο μύστης και ταξιδευτής σου.
photo by freestocks-photos, https://pixabay.com