Η Οριάνα Φαλλάτσι ήταν Ιταλίδα δημοσιογράφος.
Γεννήθηκε στις 29 Ιουνίου 1929 στην Φλωρεντία της Ιταλίας. Απεβίωσε στις 15 Σεπτεμβρίου του 2006.
Κατά τη διάρκεια του Β ‘Παγκοσμίου Πολέμου, εντάχθηκε στην αντίσταση παρά το νεαρό της ηλικίας της, στη δημοκρατική ένοπλη ομάδα “Giustizia e Libertà”. Ο πατέρας της Edoardo Fallaci, επιπλοποιός στη Φλωρεντία, ήταν πολιτικός ακτιβιστής που αγωνιζόταν να θέσει τέλος στη δικτατορία του Ιταλού φασίστα ηγέτη Benito Mussolini. Ήταν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου που η Φαλάτσι εκτέθηκε για πρώτη φορά στις φρικαλεότητες του πολέμου.
Η Φαλλάτσι ξεκίνησε τη δημοσιογραφική της καριέρα στην εφηβεία της και έγινε ειδική ανταποκρίτρια της ιταλικής εφημερίδας Il mattino dell ‘Italia centrale το 1946. Από το 1967 εργάστηκε ως πολεμική ανταποκρίτρια, στο Βιετνάμ, για τον Ινδο-Πακιστανικό πόλεμο, στη Μέση Ανατολή και στη Νότια Αμερική. Για πολλά χρόνια, ο Φαλάτσι ήταν ειδικός ανταποκριτής για το πολιτικό περιοδικό L’ Europeo και έγραφε για μια σειρά από κορυφαίες εφημερίδες και το περιοδικό Epoca.
Κατά τη διάρκεια της σφαγής του Tlatelolco το 1968 πριν από τους Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 1968, η Fallaci πυροβολήθηκε τρεις φορές, σύρθηκε κάτω από τις σκάλες από τα μαλλιά της και αφέθηκε σαν νεκρή από τις μεξικανικές δυνάμεις.
Σύμφωνα με το The New Yorker, η πρώην υποστήριξή της στους ακτιβιστές φοιτητές «μετατράπηκε σε αντιπάθεια για τους Μεξικανούς»
Οι διαδηλώσεις των μεταναστών στις Ηνωμένες Πολιτείες τους τελευταίους μήνες την «αηδιάζουν», ειδικά όταν οι διαδηλωτές επιδείκνυαν τη μεξικανική σημαία. «Δεν αγαπώ τους Μεξικανούς», είπε η Φαλάτσι, επικαλούμενη την άσχημη μεταχείρισή της στα χέρια της μεξικανικής αστυνομίας το 1968. «Αν κρατάς ένα όπλο και πεις, «Διάλεξε ποιος είναι χειρότερος μεταξύ των μουσουλμάνων και των μεξικανών», έχω μόνον μια στιγμή δισταγμού. Μετά επιλέγω τους μουσουλμάνους, γιατί μου έχουν σπάσει τις μπάλες… ».
Στα τέλη της δεκαετίας του 1970, είχε σχέση με τον άνθρωπο μιας συνέντευξής της, τον Αλέξανδρο Παναγούλη, ο οποίος υπήρξε μοναχική φιγούρα της Ελληνικής αντίστασης κατά της δικτατορίας του 1967, έχοντας συλληφθεί, βασανιστεί σκληρά και φυλακιστεί για την (ανεπιτυχή) απόπειρα δολοφονίας του κατά του δικτάτορα και πρώην συνταγματάρχη Γεωργίου Παπαδόπουλου. Ο Παναγούλης πέθανε το 1976, κάτω από αμφιλεγόμενες συνθήκες, σε τροχαίο δυστύχημα. Η Φαλάτσι υποστήριξε ότι ο Παναγούλης δολοφονήθηκε από απομεινάρια της ελληνικής στρατιωτικής χούντας και το βιβλίο της Un Uomo, «Ένας άνθρωπος» ήταν εμπνευσμένο από τη ζωή του Παναγούλη.
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής της το 1972 με τον Χένρυ Κίσινγκερ, ο Κίσινγκερ συμφώνησε ότι ο πόλεμος του Βιετνάμ ήταν ένας «άχρηστος πόλεμος» και συνέκρινε τον εαυτό του με «τον καουμπόη που οδηγεί το βαγόνι ιππεύοντας μόνος του στο άλογό του».
Ο Κίσινγκερ όμως έγραψε αργότερα, ότι ήταν «η πιο καταστροφική συζήτηση που είχα ποτέ μου με οποιοδήποτε μέλος του Τύπου».
Έχει γράψει αρκετά μυθιστορήματα όπως το «Γράμμα σε ένα παιδί που δε γεννήθηκε ποτέ». Τα βιβλία της με την γραφή της είναι πολύ κοντά στην ωμή πραγματικότητα, αλλά όμως έχουν γίνει μπέστ σέλερ΄ς στην Ιταλία και έχουν μεταφραστεί ευρέως. Η Οριάνα Φαλάτσι, υπήρξε μια πλήρως χειραφετημένη και επιτυχημένη γυναίκα στον ανδρικό κόσμο της διεθνούς πολιτικής αλλά και της πολεμικής δημοσιογραφίας και έχει ανταγωνιστεί πολλές φεμινίστριες με τον απόλυτο ατομικισμό της, το πρωτάθλημα της μητρότητας και την ειδωλοποίηση του ηρωικού ανδρισμού. Στη δημοσιογραφία, οι επικριτές της έχουν αισθανθεί ότι έχει εξοργιστικά υπερβεί τις συμβατικές γραμμές των συνεντεύξεων και του ρεπορτάζ. Ως μυθιστοριογράφος, θρυμματίζει το αόρατο διάφραγμα της λογοτεχνικότητας και κατηγορείται άλλοτε για προδοσία ή ίσως απλώς λογοτεχνική αποτυχία της.
Η Οριάνα Φαλλάτσι έχει λάβει δύο φορές το βραβείο δημοσιογραφίας, του Αγίου Βικεντίου, καθώς και το βραβείο Bancarella (1971) για το Nothing and So Be It. Βραβείο Βιαρέτζιο (1979), για το Un uomo Romanzo και Prix Antibes το 1993, για την Inshallah. Έλαβε D. Litt. από το Columbia College (Σικάγο).
Έχει δώσει διαλέξεις στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο, στο Πανεπιστήμιο Yale, στο Πανεπιστήμιο Harvard και στο Πανεπιστήμιο Columbia. Τα γραπτά της Οριάνα Φαλάτσι έχουν μεταφραστεί σε 21 γλώσσες, μεταξύ των οποίων είναι των Αγγλικών, Ισπανικών, Γαλλικών, Ολλανδικών, Γερμανικών, Ελληνικών, Σουηδικών, Πολωνικών, Κροατικών και Σλοβενικών.
Είναι πλέον αρκετά γνωστή η σχέση της με τον Έλληνα Αλέκο Παναγούλη, ο οποίος έδρασε κατά της δικτατορίας των Συνταγματαρχών. Οπότε η τοποθέτησή της δύσκολα θα μπορεί να χαρακτηριστεί ως ακροδεξιά πολιτικά στα παρακάτω που γράφει στο βιβλίο της, Η ΟΡΓΗ ΚΑΙ Η ΠΕΡΗΦΑΝΙΑ
Έκδοση του 2001
Ελληνική έκδοση Μάρτιος 2003
«Έρχονται στιγμές στη ζωή όπου το να παραμείνεις σιωπηλός γίνεται σφάλμα και το να μιλήσεις αποτελεί υποχρέωση. Πολιτικό καθήκον, ηθική πρόκληση και κατηγορηματικό πρόσταγμα το οποίο δεν μπορούμε να το παρακάμψουμε»
Με το βιβλίο «Οργή και Περηφάνεια» η Οριάνα Φαλλάτσι σπάει μια σιωπή δέκα χρόνων. Μια σιωπή που την είχε τηρήσει στο σπίτι της στο Μανχάταν, μέχρι την Αποκάλυψη της 11ης Σεπτεμβρίου. Τότε σπάει την σιωπή της με μια εκκωφαντική βροντή. Στην Ευρώπη, το βιβλίο της «Η Οργή και Περηφάνεια» είχε προκαλέσει και εξακολουθεί να προκαλεί μια αναστάτωση που προηγούμενή της δεν έχει παρατηρηθεί εδώ και πολλές δεκαετίες, με οξείες αντιπαραθέσεις, με έντονες συζητήσεις, με διαξιφισμούς, με θερμές επιδοκιμασίες, με άγριες επιθέσεις, αλλά και με εγκώμια ….
Το συγκεκριμένο βιβλίο αποτελεί το πιο πολυδιαβασμένο βιβλίο της, αν και οι απόψεις για το περιεχόμενό του διίστανται καθώς πολλοί ισχυρίζονται ότι αποτελεί την πυρίτιδα για την έκρηξη του μίσους κατά των απανταχού μουσουλμάνων.
Στην Ιταλία, οι πωλήσεις του βιβλίου όμως έχουν ξεπεράσει το ένα εκατομμύριο αντίτυπα, ανεβάζοντάς το στην κορυφή των μπεστ – σέλερ.
Με το γνωστό θάρρος της, η Oriana Fallaci σχολιάζει τα καυτά ζητήματα που αναδύθηκαν εκρηκτικά στην επικαιρότητα με την πρόσφατη έξαρση της ισλαμικής τρομοκρατίας οι αντιθέσεις και σύμφωνα με την άποψη της συγγραφέως, το αγεφύρωτο χάσμα που υπάρχει μεταξύ του Ισλαμικού και του Δυτικού κόσμου. Η εμφάνιση της Τζιχάντ, μια παγκόσμια πραγματικότητα, η ανεκτικότητα και η αδράνεια της Δύσης, Η Oriana Fallaci, με την ωμή ειλικρίνεια που τη χαρακτηρίζει, εξαπολύει δριμύτατες κατηγορίες και ανελέητες επιθέσεις, επιβεβαιώνοντας τις δυσάρεστες εκείνες αλήθειες, που όλοι μας γνωρίζουμε, αλλά ίσως δεν τολμάμε να εκφράσουμε. Με την αυστηρή λογική της και με ξεκάθαρο τον νου της, υπερασπίζεται τον πολιτισμό μας και καταφέρεται ενάντια σε αυτά που ονομάζει «τύφλωσή μας, κουφαμάρα μας, μαζοχισμό μας και υπεροψία του Πολιτικά ορθού». Η Oriana Fallaci εκφράζεται με τον ποιητικό λόγο ενός προφήτη, μιλά σαν σύγχρονη Κασσάνδρα και έχει δώσει στο βιβλίο της την μορφή μιας επιστολής με αποδέκτες όλους εμάς… «Από την παρουσίαση της εκδόσεως του βιβλίου»
Συγκλονίζουν τα γραφόμενά της στο βιβλίο ««Η Οργή και η Υπερηφάνεια», κατηγορήθηκε μάλιστα από πολλούς τότε για ισλαμοφοβία, ρατσισμό και μίσος εναντίων των μουσουλμάνων. Το οποίο βιβλίο της όμως αποτελεί τώρα καταπέλτη για την σημερινή θολοκουλτούρα και τον δήθεν «αντιρατσισμό».
Αν και απόλυτη στις απόψεις της, η Οριάνα Φαλάτσι δεν παύει να είναι αυθεντική και δίκαιη. Όλα όσα ισχυρίζεται τα βασίζει στην εμπειρία της δικής της ζωής, μέσα από τα γεγονότα και τα πρόσωπα που γνώρισε κατά την άσκηση του δημοσιογραφικού της λειτουργήματος. Τα βασίζει και στα ιστορικά γεγονότα που στέκονται εκεί προς αξιολόγηση από τον καθένα από εμάς προκειμένου και εμείς να βγάλουμε το δικό μας συμπέρασμα και να συμφωνήσουμε ή να διαφωνήσουμε με αυτή τη δυναμική γυναίκα, της οποίας τις απόψεις είτε συμμεριζόμαστε είτε όχι. Το μόνο σίγουρο είναι πως δε μπορούμε παρά να της αναγνωρίσουμε την ειλικρίνεια, το αγέρωχο πνεύμα, την πίστη στις απόψεις της και το δυναμισμό της που διαφαίνεται σε κάθε κομμάτι της πορείας της, συγγραφικής και μη, στις επιλογές της αλλά και στην παρούσα κατάθεση ψυχής.
«Ξυπνήστε, άνθρωποι μου, ξυπνήστε! Μέσα στο φόβο σας να βαδίσετε ενάντια στο ρεύμα, μην τυχόν και σας περάσουν για ρατσιστές, δεν καταλαβαίνετε ή δεν θέλετε να καταλάβετε ότι μια Αντίστροφη Σταυροφορία έχει ήδη ξεκινήσει», αναφέρει εννοώντας προφανώς το σχέδιο της Νέας Τάξης να γεμίσει την Ευρώπη με μουσουλμάνους για να δημιουργηθεί ένα χάος και να επιβληθεί η πανθρησκεία ως η «λύση ειρήνης» ….
Η ασυμβίβαστη Οριάνα Φαλλάτσι, με το Ελληνικό αίμα από την Magna Grecia {Μεγάλη Ελλάδα δηλαδή} να βράζει μέσα της, γράφει μέσα στο βιβλίο της: Στην σημερινή Ιταλία και στην Ευρώπη οι μετανάστες έρχονται, όποτε τους αρέσει και όποτε θέλουν. Τρομοκράτες, κλέφτες, βιαστές, πρώην κατάδικοι, πόρνες, ζητιάνοι, έμποροι ναρκωτικών, άτομα με μεταδοτικές ασθένειες. Δεν ελέγχεται σε κανέναν το ιστορικό του ούτε καν και εκείνων που παίρνουν άδεια εργασίας.
Από την στιγμή, που περνούν τα σύνορα, τους παρέχεται φιλοξενία, τροφή και ιατρική περίθαλψη, με οικονομική επιβάρυνση των γηγενών. Εννοώ των Ιταλών φορολογουμένων. Λαμβάνουν ακόμη και ένα μικρό ποσό χρημάτων για τα τρέχοντα μικροέξοδά τους. Όσο για τους παράνομους μετανάστες, ακόμη κι αν απελαθούν επειδή έχουν διαπράξει κάποιο φριχτό έγκλημα, πάντοτε αυτοί καταφέρνουν να επιστρέψουν. Αν τυχόν απελαθούν ξανά, αυτοί και πάλι γυρίζουν πίσω. Φυσικά, για να διαπράξουν κι άλλα εγκλήματα. Αλλά οι πολιτικοί μας δεν κάνουν τίποτε … Ανάθεμά τους … !
Ειδικά μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001 συγκέντρωσε εναντίον της τα πυρά των κριτικών με το σκεπτικό ότι προκαλεί το μίσος εναντίον των μουσουλμάνων. Τα τελευταία χρόνια ζούσε στο Μανχάταν, τη δεύτερη πατρίδα της όπως εκείνη το αποκαλούσε.
Δε θα ξεχάσω ποτέ τις διαδηλώσεις, που έκαναν επέρυσι το 2002 οι παράνομοι, κατακλύζοντας τις πλατείες μας, για να απαιτήσουν με αυθάδεια άδειες παραμονής. (Οι περισσότεροι ανέμιζαν τις σημαίες της χώρας τους ή κόκκινες σημαίες).
Αυτά τα παμπόνηρα, παραμορφωμένα πρόσωπα. Αυτές οι υψωμένες γροθιές, έτοιμες να μας χτυπήσουν, εμάς τους γηγενείς, να μας κλείσουν σε καταυλισμούς. Αυτές οι κραυγές, που έφερναν στο νου τις κραυγές των οπαδών του Χομεϊνί στο Ιράν, του Μπιν Λάντεν στην Ινδονησία, Μαλαισία, Πακιστάν, Ιράκ, Σενεγάλη, Σομαλία, Νιγηρία κ. ο. κ. …
H Ιταλία είναι ένα πολύ παλαιό έθνος.
Με εξαίρεση την Ελλάδα, θα έλεγα πως είναι το παλαιότερο της Δύσης.
Η καταγεγραμμένη ιστορία της ξεκινά τουλάχιστον πριν τρεις χιλιάδες χρόνια, όταν ιδρύθηκε η πόλη της Ρώμης. Ή καλύτερα, από την εποχή όπου οι Ετρούσκοι αποτελούσαν ήδη πολιτισμένη κοινωνία.
Σ’ αυτές τις τρεις χιλιετίες, παρ’ όλη την εξάπλωση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, παρ’ όλες τις εισβολές, που προκάλεσαν την Πτώση αυτού του εκπληκτικού επιτεύγματος, παρ’ όλες τις κατακτήσεις που μας είχαν διαμελίσει για πολλούς αιώνες, η Ιταλία δεν υπήρξε ποτέ έθνος μεταναστών. Δηλαδή ένα μείγμα από φυλές, θρησκείες και γλώσσες.
Ούτε αλλοιώθηκε η ταυτότητά της από τις επιδράσεις των κατακτητών της.
Επίσης για δυο χιλιάδες χρόνια, η ενότητά μας ήταν βασισμένη σε μια θρησκεία, που ονομάζεται Χριστιανισμός, σε μια εκκλησία που ονομάζεται Καθολική Εκκλησία… Πάρτε εδώ εμένα ως παράδειγμα.
«Είμαι άθεη και αντικληρικών αντιλήψεων, δεν έχω τίποτε κοινό με την Καθολική Εκκλησία», αυτό το δηλώνω πάντοτε, κι΄ αυτό είναι αλήθεια. Αλλά όμως ταυτόχρονα είναι και ψέμα.
Γιατί, είτε μου αρέσει είτε όχι, έχω αρκετά κοινά με την Καθολική Εκκλησία. Πιστέψτε με, γαμώτο! Πώς θα μπορούσα να μην έχω; Γεννήθηκα σ’ έναν τοπίο γεμάτο τρούλους εκκλησιών, μοναστήρια, Χριστούς, Μαντόνες, Αγίους, σταυρούς και καμπάνες.
Οι πρώτες μελωδίες που άκουσα, όταν γεννήθηκα, ήταν οι μελωδίες από τις καμπάνες ….
Τι καμπάνες του Καθεδρικού της Σάντα Μαρία ντελ Φιόρε, που τον Καιρό του Αντίσκηνου – των μεταναστών – ο μουεζίνης προσβλητικά κατέπνιγε με τα δικά του Αλλάχ-ακμπάρ.
Γεννήθηκα και μεγάλωσα με αυτή την μουσική, με αυτό το τοπίο γύρω μου, με αυτή την Εκκλησία, που την έχουν προσκυνήσει ακόμη και μεγάλα μυαλά, όπως ο Ντάντε Αλιγκιέρι, ο Λεονάρντο ντα Βίντσι, ο Μιχαήλ Άγγελος και ο Γαλιλαίος Γαλιλέι.
Μέσα από αυτήν έχω μάθει, τι είναι η γλυπτική, η αρχιτεκτονική, η ζωγραφική, η ποίηση και η λογοτεχνία, καθώς και τι σημαίνει ο συνδυασμός της ομορφιάς με την γνώση. Χάρη σ’ αυτήν κάποτε άρχισα ν’ αναρωτιέμαι, τι είναι το Καλό και τι είναι το κακό, αν υπάρχει Θεός. Αν μας έπλασε Εκείνος ή εμείς Εκείνον και αν η ψυχή μας είναι μια χημική ένωση, που μπορεί να υποστεί επεξεργασία σε εργαστήρια ή είναι κάτι πολύ περισσότερο από αυτό. Και μα τον «Θεό» …
Βλέπετε; πάλι χρησιμοποίησα την λέξη «Θεός».
Παρ’ όλες τις λαϊκές και αντικληρικές μου αντιλήψεις, παρ’ όλο τον αθεϊσμό μου, είμαι τόσο διαποτισμένη από τον Καθολικό πολιτισμό, ώστε αυτός να είναι αναπόσπαστο μέρος του γραπτού και του προφορικού λόγου μου .
Μα τον Θεό, για όνομα του Θεού, προς Θεού, δόξα τω Θεώ, Θεέ και Κύριε, Παναγία μου, έλα Παναγία μου, Χριστέ και Παναγιά μου, στην ευχή του Χριστού. Χριστέ μου…
Τέτοιες εκφράσεις μου έρχονται τόσο αυθόρμητα, που δε συνειδητοποιώ καν, ότι τις λέω ή ότι τις γράφω.
Και να σας τα πω όλα; Και εν τέλει ας το παραδεχτούμε: οι καθεδρικοί ναοί μας είναι πιο όμορφοι από τα τζαμιά, τις συναγωγές, τους βουδιστικούς ναούς και τις άχρωμες εκκλησίες των Διαμαρτυρομένων.
Για όνομα του Θεού, για άλλη μια φορά, αυτό που θέλω να πω είναι, ότι εμείς οι Ιταλοί δε βρισκόμαστε στην ίδια θέση με τους Αμερικανούς.
Δεν είμαστε ένα χωνευτήρι πολλών και διαφόρων ειδών, δεν είμαστε ένα μωσαϊκό από ανομοιομορφίες, συγκολλημένες μονάχα με μια ιθαγένεια.
Εννοώ, ότι επειδή ακριβώς η πολιτιστική μας ταυτότητα είναι ήδη προσδιορισμένη από την χιλιόχρονη ιστορία μας, δεν μπορούμε ν’ αντέξουμε ένα κύμα μεταναστών, που δεν έχουν καμιά σχέση μ’ εμάς… και που δε θέλουν να γίνουν σαν εμάς, να απορροφηθούν δηλαδή από εμάς. Αντίθετα μάλιστα, θέλουν να μας απορροφήσουν εκείνοι. Θέλουν ν’ αλλάξουν τις δικές μας αρχές, τις αξίες μας, την ταυτότητά μας, τον τρόπο της ζωής μας.
Εν τω μεταξύ, μας αναστατώνουν με την οπισθοδρομική άγνοιά τους, με την οπισθοδρομική μισαλλοδοξία τους, με την οπισθοδρομική θρησκεία τους.
Αυτό που εννοώ είναι, ότι στον δικό μας πολιτισμό τον Ιταλικό δεν υπάρχει χώρος για μουεζίνηδες και μιναρέδες, για ψευδό-εγκράτειες, για το ταπεινωτικό τσαντόρ, για την εξευτελιστική μπούρκα. Ακόμη κι αν υπήρχε χώρος γι′ αυτούς τους ανθρώπους, εγώ δεν θα τους τον παραχωρούσα.
Γιατί θα ήταν σαν να έσβηνα την ταυτότητά μας, σαν να εκμηδένιζα τα επιτεύγματά μας. Θα ήταν σαν να έφτυνα κατάμουτρα την ελευθερία μας την οποία κερδίσαμε, τον πολιτισμό που έχουμε αναπτύξει, την ευημερία που έχουμε αποκτήσει.
Θα ήταν σαν να ξεπουλούσα την χώρα μου, την πατρίδα μου.
Κι η χώρα μου, η πατρίδα μου η Ιταλία δηλαδή δεν είναι προς ΠΩΛΗΣΗ ….
photo https://culturepoint.gr/i-antisymvatiki-oriana-falatsi/