Χαϊδεύοντάς τα, ἀκούς μουσική. Εἶναι κάτι σαν πνευστὰ τῆς ἐρήμου. Ὁ ἥλιος εἶναι ἕνα τεράστιο μπαλόνι. Ἀκόμα καὶ ὁ Klee θὰ τὸν ζήλευε. Τόσα καὶ ἄλλα τόσα μοῦ ἔλεγες. “Ὅτι θὰ μοῦ ἀγοράσεις ἕναν μεγάλο καθρέφτη, τὸ χρυσοῦτο μου δέρμα δὲν θὰ πεθάνει ποτέ ἐδῶ. Θὰ ἀνταλλάσσουμε σιγὲς, θὰ πίνουμε κρύο τσάι, ἡ φωνὴ τῆς ἐρήμου εἶναι στενὴ, κολλάει ἐπάνω μας ὅπως ἡ μᾶνα, μὲ πρᾶγμα πρὶν περάσουν τὰ χρόνια, κάθε μέρα θὰ προσθέτεις καὶ ἕνα φυλλαράκι μὲς στὸ φυτολόγιό σου.
Δὲν πήγαμε. Ὅπως δὲν ζήσαμε, ὅπως δὲν γεράσαμε μαζὶ. Καὶ τώρα πες μου, ποιητῇ — τί γύρευα στὴ Λάρισα, ἐγώ, μία Λερναία.
photo Image license by freepik.com