” … και μετά ταύτα, ο άνθρωπος, λησμονώντας Αυτόν που τον εδημιούργησε και τον έφερε στο υπάρχειν, ζει μέσα σε μία κατάσταση λήθης τού εαυτού του και τού Δημιουργού του”.
Όμως, μέσα στην υφή του ανθρώπινου Είναι, ενυπάρχει η αρχέγονη αποκαλυπτική ικανότητα του ανθρώπου, που αναζητά την προέλευσή του∙ που, ερχόμενος – από – κάτι (Herkunft), παραμένει πάντα ένας ερχομός – προς – εαυτόν. (Zukunft) – M. Heidegger.
Είναι ένας “δεύτερος ερχομός”στην ύπαρξη, είναι μία πράξη αναγέννησης, που συνιστά την ύψιστη μορφή ελευθερίας του ατόμου, έναντι της αδήρητης και “τυφλής” βιολογικής και φυσικής αναγκαιότητας, που καθόρισε τη φυσική του γέννηση». – S. Kierkegaard.
Κατά την αναζήτηση αυτή της προέλευσής του, κατά την Κλήση αυτή, του ερχομού προς εαυτόν, συνειδητοποιεί, ο άνθρωπος, την ύπαρξή του ως Πρόσωπον, «κατηγορία όχι φυσική, αλλά πνευματική, έργον του πνεύματος (Nicolai Bergyaev), όπου αναδύονται τα εν εαυτώ πνεύμα και ελευθερία, σε μία σύνθεση σώματος και ψυχής, χρονικότητας και αιωνιότητας, ελευθερίας και αναγκαιότητας, που συνιστούν τον Άνθρωπον-Πρόσωπον, την «απτήν» και ιστορικά προσδιορισμένη αυτή μοναδικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης, προικισμένη, αποκλειστικά και μόνον αυτή, με εξαιρετικά πνευματικά χαρίσματα.
Ο έκτακτος αυτός πνευματικός πλούτος, δίνει στον Άνθρωπο την ικανότητα να εξελιχθεί σε άρχοντα τού ζωικού και φυτικού βασιλείου, αλλά και σε εκπληκτικό δαμαστή των τεραστίων δυνάμεων της φύσης.
Στην προσπάθειά του, ο άνθρωπος, να ερμηνεύσει τον κόσμο και τον ίδιο τον άνθρωπο, δηλαδή τη ζωή, τα ιστορικά γεγονότα, αντιλήψεις φιλοσοφικές, ηθικές, θρησκευτικές, κοινωνικές και πολιτικές, αντιλήψεις αισθητικές και ό,τι υποπίπτει στην αντίληψή του, ό,τι προκαλεί την προσοχή και το ενδιαφέρον του, χρησιμοποιεί αφ΄ ενὸς στοιχεία δεδομένα, αποδεδειγμένα, πιστοποιημένα, αφ΄ ετέρου θέτει ορισμένες αρχές και θέσεις, ως απόλυτες προϋποθέσεις και προτεραιότητες, ως στάσεις ζωής και τρόπους συμπεριφοράς, από τα οποία εξαρτά την ύπαρξή του.
Η επιστήμη, είτε ως Φυσική, είτε ως Χημεία, ή Μαθηματικά κ. λπ., στηρίζεται επί επιπέδων ποσοτικών. Η δε φιλοσοφία είναι το πνεύμα το οποίο λαμβάνει συνείδηση εαυτού και δεν είναι ανεξάρτητη από αυτή ή εκείνη την ορμή του πνεύματος.
Η ζωή, ως πνεύμα, ως ελευθερία, ως πρόσωπον, ως Θεός, είναι ποιότητα που προάγεται σε δημιουργίες πνευματικές, σε φωτισμό και μεταμόρφωση του κόσμου, παντός δημιουργήματος.
Το ανθρώπινο πνεύμα ωθείται στην έσχατη δυνατότητά του προς μεταφυσική γνώση, στην οποία ενυπάρχουν με πλήρη ενότητα, επιστήμη, τέχνη και θρησκεία.
Ο Αναξαγόρας, εξαίρων την σοβαρότατη σημασία τής μεταφυσικής γνώσης, κηρύττει ότι, «μόνον δι αὐτήν, την μεταφυσικήν γνώσιν, αξίζει να γεννηθής. Είναι η υψηλοτάτη επίδοσις τού πνεύματός μας». Είναι, κατά τον Πλάτωνα, «αγαθόν ού μείζον, ούτ΄ ήλθεν, ούτ ἤξει ποτέ τω θνητώ γένει ».
Εξετάζοντες , λοιπόν, κάποιο ερώτημα, είτε τούτο προέρχεται εκ των έξω, είτε αναπηδά αφ΄ ἑαυτού εκ των έσω, η σκέψη μας έλκεται περισσότερο από την φύση των εννοιών και των πραγμάτων.
Εν προκειμένω, το πνεύμα και η ελευθερία τού πνεύματος, που συνιστούν τον πνευματικό άνθρωπο, άνθρωπο-πρόσωπο, προβάλλει ως πρόβλημα ὕπαρξης και βάθους και όχι ιστορίας και επιφάνειας.
Εδώ, καλούμεθα νὰ προσεγγίσουμε τὶς έννοιες αὐτές, πνεύμα και ελευθερία, εκ της παρουσίας τους, της ὑπόστασής τους καὶ των δυνατοτήτων που εκπηγάζουν εξ αυτών.
Που εκπηγάζουν εκ της μεταξύ των σχέσης, αλλά και τής σχέσης προς τον άνθρωπον, όπου ο άνθρωπος, ως όν δημιουργικόν, αναζητεί την πνευματικότητά του, το δε πνεύμα διεκδικεί το Ελεύθερον κατά την δημιουργία του.
Πνεύμα και Ελευθερία, Ελευθερία και Πνεύμα, δύο καταστάσεις, δύο οντότητες, που διέπουν το σήμερον και καθορίζουν το αύριον τής ανθρώπινης υπόστασης.
Δύο έννοιες συνυπάρχουσες αδιαχώριστα, δύο οντότητες, μία “συζυγία”,που δυσκόλως δυνάμεθα να τις “ψηλαφήσουμε” και να δώσουμε ορισμό.
– Το πνεύμα είναι ένα δημιουργικό «γίγνεσθαι». Είναι η ζωή, η εμπειρία.
Είναι μία ποιότητα χαρακτηρίζουσα την ανωτερότητα του ανθρώπου, έχουσα την αφετηρία της εν εαυτή και όχι εκτός εαυτής.
Η πνευματικότητα, το «πνευματικόν», ανήκει αυτοδικαίως στον ανώτερο κόσμο, στις κορυφές, όπου ο πνευματικός άνθρωπος οφείλει να παραμείνει εκεί, στις κορυφές, στην πραγματική πνευματική ζωή.
Εκεί οπου οι έννοιες αυτές, πνευμα- ελευθερία, είναι ενωμένες σε μία ένωση αμοιβαίας διεισδύσεως, εκεί, στο χώρο της αγάπης.
Το πνεύμα διψά δια την ανίχνευση και εύρεση της αλήθειας.
Λαχταρά δια την θεμελίωση και άνθηση μιάς ζωής πνευματικής, με ιδέες δια τα υψηλά έργα τής ομορφιάς, δια εσωτερικό διάλογο με την ψυχη, που διατυπώνει τα μεταφυσικά της διερωτήματα, διερωτήματα σύστοιχα και σύζυγα με τα συγκλονιστικά ερωτήματα και συναισθήματα που βιώνει το ανθρώπινο σώμα.
Γιατί η αποκάλυψη τής πραγματικότητας εξαρτάται από τη δύναμη τού πνεύματος, από την έντασή του, τη δράση του, από τον ζήλο του.
Τό πνεύμα έχει την ικανότητα και δύναται να διακρίνει μεταξύ τών φυσικών συμβάντων, των φυσικών νόμων και τών εννοιών εκείνων, όπως: η έννοια ζωή, αυθορμησία, σκοπιμότητα, συνείδηση, κ.λπ.
Το πνεύμα στον άνθρωπο είναι η σφαίρα όπου συνδέονται το θείον και ανθρώπινον.
Έχει έγνοια, πονά και υπερμαχεί για να διασώσει την ουσία της ανθρωπιάς, που είναι το ιερό στημόνι της ζωής, να σώσει την αγιότητα τού ανθρώπινου προσώπου.
Δεν υπάρχει πνευματική ζωή με την ανθρώπινη μόνο φύση. Ο άνθρωπος, στερούμενος πνευματικής ζωής, βυθίζεται εντός της ιδίας της φύσης του.
Το πνεύμα γεννά και προβάλλει ιδανικά. Όπου, οι πνευματικές δυνάμεις (σοφία, φρόνηση, σωφροσύνη, ρώμη των φρενών) δημιουργούν έργα επιστήμης, λογιότητας, ποίησης και τέχνης.
Δηλαδή, τα πνευματικά και καλλιτεχνικά εκείνα πλαστουργήματα που, δια της χάριτος και του κάλλους των, ασκούν γοητεία και έλξη.
Δεν δυνάμεθα να ανακαλύψουμε το νόημα τού κόσμου, παρά μόνον εάν έχουμε απευθυνθεί στον πνευματικό κόσμο.
Ο άνθρωπος έχει μία καθορισμένη σημασία και ένα νόημα απόλυτο. Η συνείδησή του, προσανατολισμένη προς τον θείον κόσμον, ανακαλύπτει παντού μία εσωτερική τάξη, μία σημασία.
Η αλήθεια στην πνευματική ζωή είναι αυτό τούτο το πνεύμα που βιώνει ο πνευματικός ανθρωπος, ο άνθρωπος που εξέρχεται από μία κατάσταση εντός της οποίας αντιτίθενται πανταχού τα εξωτερικά αντικείμενα, τα ήθη, έθιμα και έξεις, από εκεί όπου διασταυρώνονται τα βέλη της αντικειμενικότητας.
Ο πνευματικός κόσμος είναι πρωταρχικός , ειναι ακριβώς ο τόπος της συνάντησης τής θείας και της ανθρώπινης φύσης. Σ΄ αυτόν ακριβώς τον τόπο, τον πνευματικό, διαδραματίζονται οι σχέσεις του Θεού και του ανθρώπου. Και κατά τούτο η ζωή είναι άξια της αθανασίας.
Δεν είναι ο άνθρωπος ένα ον απομονωμένο από την υπόλοιπη Δημιουργία, αλλά, από τη φύση του, είναι συνδεδεμένος με το σύνολο του σύμπαντος, όπου το σύμπαν αντανακλά στο πρόσωπό του· «γιατί μέσα στα καθαρώτερα βάθη του στήθους μας ανασαλεύει ένας πόθος: να αφιερωθούμε σε κάτι τι το ανώτερον, το υψηλότερον, το άγνωστον».
Τὰ ἐνυπάρχοντα στὸν ἄνθρωπο νοῦς, λόγος καὶ πνεῦμα, δὲν εἶναι ἀπολύτως χωρισμένα, ἀλλά συνυπάρχουν ἐν καταστάσει.
Δηλαδή, δὲν ὑπάρχει νοῦς χωρὶς λόγο, οὔτε λόγος χωρὶς πνεῦμα. Τὸ ἕνα εἶναι μέσα στὸ ἄλλο καὶ καθένα χωριστά. Γιατί ο νους εκφράζεται με τον λόγο και ο λόγος φανερώνεται με το πνεύμα.
Ο Άνθρωπος αυτός είναι τοποθετημένος επί του μεταξύ του νοητού και αισθητού ορίου, συμμετέχοντος και των δύο κόσμων, του κτιστού σύμπαντος και του νοητού επέκεινα.
Ως ον συνειδητό, έχει επίγνωση του εαυτού του, της γνώσης του, αλλά και των πραγμάτων του κόσμου του, κατέχων κεντρική και εξέχουσα θέση μέσα στον υλικό κόσμο.
Βασιζόμενος στην πνευματική του οργάνωση, καθορίζει τρόπους ζωής υπό ιδίαν ευθύνη και επιδίδεται με πάθος στην κατανόηση του κόσμου.
Αυτές οι δυνατότητές του, δηλαδή της επίγνωσης του εαυτού του και της δυνατότητάς του να ερευνά και να γνωρίζει τα πράγματα του κόσμου του, συναποτελούν την ολιστική ιδιότητα, την ικανότητά του να αισθάνεται το ωραίον και να αποκτά συνείδηση ηθικής. Συνείδηση οδηγόν προς το Θείον.
Συνήδεισης με το Θείο προνόμιο επιλογής αυτού ή εκείνου.
Το Θείο προνόμιο τού σκέπτεσθαι, του νοείν και αποφασίζειν αφ΄ εαυτού.
Με το θείον τούτο προνόμιο, μέσα στην χαλεπότητα των καιρών, του σκοτασμού τού πνεύματος της εποχής των αριθμών, του γδούπου της μηχανής και της «ηλεκτρονικής διακυβέρνησης» της καρδίας, προσπαθεί να ερμηνεύσει τον κόσμο και τον ίδιον τον άνθρωπο, δηλαδή τη ζωή, τα ιστορικά γεγονότα, αντιλήψεις φιλοσοφικές, ηθικές, θρησκευτικές, κοινωνικές και πολιτικές, αντιλήψεις αισθητικές και ό,τι υποπίπτει στην αντίληψή του, ό,τι προκαλεί την προσοχή του και το ενδιαφέρον του.
Προικισμένος, λοιπόν, ο άνθρωπος, αποκλειστικά και μόνον αυτός, με εξαιρετικά πνευματικά χαρίσματα, είναι η κορωνίδα της Δημιουργίας.
– Ο άνθρωπος, φυσικό και πραγματικό όν, διακρίνεται δια την ατομικότητά του, Άτομον, κατηγορία φυσικής διαλογικής τάξης.
Ενώ, ως Πρόσωπον, ο άνθρωπος, «είναι κατηγορία όχι φυσική, αλλά πνευματική, είναι έργον τού πνεύματος».
Η φύση της προσωπικότητας είναι δυναμική, δυναμική ενέργεια ποιοτικώς πρωτότυπη, είναι κέντρο δημιουργικής ενέργειας, δράση πνευματική, που ισχυροποιείται όταν κάνει την διάκριση μεταξύ αγαθού και κακού και όταν γνωρίζει να περιορίζει τούτο, το κακόν.
Ένας άνθρωπος, παρ᾽ όλη την λαμπράν του ατομικότητα, μπορεί να στερείται προσωπικότητας.
Άνθρωποι προικισμένοι με ταλέντο και με πρωτοτυπία, μπορεί ταυτόχρονα να είναι απρόσωποι, ανήμποροι για αντίδραση, για την προσπάθεια που απαιτεί η πραγμάτωση της προσωπικότητας.
Το πρόσωπον είναι κάτι άλλο. Ευρίσκεται σε στενή εξάρτηση από τον Θεό, γιατί είναι «εικών και ομοίωσις» προς Αυτόν.
Και, ως τέτοιο, το πρόσωπο, θεάται εμπρός, αντικρύζοντας τον ορίζοντα, την νοητή γραμμή που ενώνει τη Γη με τον Ουρανό.
Το πρόσωπο προϋποθέτει την ύπαρξη τού υπερ–Προσώπου.
Δεν υπάρχει πρόσωπον αν δεν υπάρχει και κάτι επάνω από αυτό. «Το πρόσωπον είναι, πριν απ΄ όλα, κατηγορία αξιολογική, είναι η φανέρωσις του νοήματος της υπάρξεως».
Το Πρόσωπο και η Ελευθερία είναι συνδεδεμένα άρρηκτα μεταξύ τους.
– Προσωπική, είναι η ύπαρξη που έχει την δυνατότητα να ενεργείται ως Ελευθερία θετικών ή αρνητικών σχέσεων. Είναι ελεύθερη ύπαρξη από προκαθορισμούς τού γνωμικού της θελήματος.
Αν αυτή η ελευθερία παύσει να υπάρχει, παύει να υπάρχει και ο άνθρωπος.
Η ζωή των προσώπων είναι μία «αλληλοπεριχώρηση». Που σημαίνει ότι η ζωή του ενός γίνεται η ζωή του άλλου. Πού η ύπαρξή τους, η ζωή τους πραγματώνεται ως κοινωνία, που ταυτίζεται με την αυτοπροσφορά, την αγάπη.
Την αγάπη που μας επισκέπτεται ως ένα συναίσθημα με απέραντη δύναμη.
Συναίσθημα γεμάτο τρυφερότητα. Έντονο πλησίασμα της άλλης ύπαρξης.
Ανιδιοτελής και ανυστερόβουλη έλξη προς κάθε εκδήλωση του ανθρώπινου πνεύματος.
Ο άνθρωπος που ευρίσκεται στους κόλπους της αγάπης, της άκτιστης θείας ενέργειας, αποκτά, όσον τούτο είναι ανθρωπίνως δυνατόν, γνώση Θεού, ανάλογη με τον βαθμό που μετέχει στην θεία ενέργεια.
Έτσι, αποκαθίσταται η προσωπικότητά του, αποκαθαίρεται ο νους και η καρδία, αγιάζεται η βούλησή του και επέρχεται η ηθική και πνευματική μεταμόρφωσή του.
Μεταπλάσσονται τα γνωστικά του όργανα, ο νους και η καρδία και, έτσι, επαισθάνεται την παρουσία του Θεού. Ακριβώς τότε, γνωρίζει και τον εαυτόν του. Τότε περνά στην αυτογνωσία.
Υπό την έννοια αυτή του προσώπου, ο άνθρωπος νοείται ον ευσυνείδητο, ανεξάρτητο, αυτόνομο, ελεύθερο και υπεύθυνο.
– Με ελεύθερη, λοιπόν, ανεξάρτητη και ώριμη σκέψη, δύναται ο άνθρωπος να διακρίνει το σημαντικό από το ευτελές, το δίκαιο από το άδικο, το ορθόν από το εσφαλμένο.
Η ακατάσχετη ορμή του ανθρώπινου πνεύματος προς διασκέλιση των ορίων και επέκταση, η νοσταλγία και αναζήτηση του Θεού, όλα αυτά παραμένουν ανεξήγητα χωρίς την ελευθερία του πνεύματος.
Την ελευθερία του πνεύματος θέλει ο Θεός από τον άνθρωπο, και ο άνθρωπος οφείλει να είναι ελεύθερος απέναντι του Θεού, του κόσμου και της ιδίας του φύσης.
Ο άνθρωπος ποθεί την ελευθερία, και ο Θεός «προτρέπει», δεν του επιβάλλει, να εκλέγει μόνο το αγαθόν, γιατί τότε, και μόνον τότε, είναι αληθώς ελεύθερος.
Ελεύθερος να διανοείται, να βούλεται και να πράττει σύμφωνα με τον ηθικό νόμο, και που ποθεί την πλήρωση του ηθικού νόμου, και τότε ομιλούμε δια Ηθικήν Ελευθερίαν.
Η ελευθερία προς το ενεργείν κατά προαίρεσιν και των ιδίων αυτού αρχών, είναι ένδειξη υπεροχής του ανθρώπου εν τη δημιουργία.
Προσόν κορυφαίο, προς πραγματοποίηση της μεγάλης αποστολής του, της εμφάνισης και σημιουργίας του, με ανεπηρέαστη, αληθή και ανεξάρτητη ελευθερία.
Η αληθής ελευθερία σπάζει τα δεσμά της δουλείας και ελευθερώνει τον νου. Και τότε ο απορρυθμισμένος νους ρυθμίζεται και η θέληση αποκαθαίρεται και απαλλάσσεται από τον ζυγό της συγχύσεως.
Η δύναμη της διαφθοράς στην ψυχή συντρίβεται και οι διασκορπισμένες δυνάμεις του λογικού και της αρετής επανασυνδέονται, η ψυχή ελευθερώνεται και εισέρχεται στον χώρο της αγάπης.
Όμως, η ελευθερία αυτή καθιστά τον άνθρωπο υπεύθυνο των πράξεών του, καθ᾽ όσον πράττει εκουσίως και δύναται να κάνει χρήση καλή ή κακή της ελευθερίας του.
Ο κόσμος των ορατών πραγμάτων ασκεί συντριπτική πίεση στον εσωτερικό μας κόσμο και αναχαιτίζει την ελευθέρα ορμή του πνεύματος στην πορεία του προς τον κόσμο των αοράτων.
Όμως, η ελευθερία η ανεπηρέαστη, η αληθής και ανεξάρτητη ορίζει ως σκοπούς το αγαθό και την αλήθεια, προς την οποία οφείλει να κατευθύνεται ο άνθρωπος. Προς την αλήθεια που είναι η κορυφή και το στερέωμα της ζωής, που επιτυγχάνεται δια του θριάμβου των υψηλοτέρων αρχών της πνευματικής ζωής.
Με τη βίωση αυτης της ελευθερίας, ο άνθρωπος απαλλάσσεται από τα εμπόδια της φυσιοκρατίας, από τους περιορισμούς που επιβάλλουν στην ύπαρξή μας οι δεδομένες αναγκαιότητες της φύσης μας (η υποταγή στον
χρόνο, τον χώρο, την φθορά, τον θάνατο), ελευθερία που ανοίγεται στον δρόμο του πνευματικού κόσμου.
Έτσι, ο Άνθρωπος οδηγείται σε όλες τις εκδηλώσεις του (καλλιτεχνικές, επιστημονικές, ηθικές), προς επίτευξη του απολύτου ιδανικού σημείου, το οποίο έταξε η Φύση, όχι με την δεσμευτική φυσιοκρατική μέθοδο, αλλά με την ανεξαρτησία της εν λόγω “συζυγίας“, πνεύματος και ελευθερίας, που “πολιτογραφείται” στο χώρο της Θεϊκής της προέλευσης.-
photo pumukel, https://pixabay.com