Με γέννησε ο πλούσιος μύθος της φτωχολογιάς
Μια μέρα ανθοφορίας και καλοκαιριάς
Μαζεύοντας άνθη σ’ ένα εφηβικό λιβάδι
Με τις θεές Αθηνά και Άρτεμης
Εσένα ποια μυθολογία σ’ έπλασε;
Το πετούμενο που τραγουδάει με ανθρώπινη λαλιά
Πουλί της μοίρας είναι.
Λαλεί εκεί που χτίζουν γέφυρες
Που θυσιάζεται η νύφη του πρωτομάστορα
Εκεί που υψώνουν κάστρα
Εκεί που τραγουδάει το ποτάμι
Πικρό και ματωμένο. Εκεί που θυσιάσαμε όλοι κάτι
Έρχομαι από την ηλιακή πόλη του Απόλλωνα
Κήρυξα στο αμφιθέατρο της Δωδώνης
Κοιμήθηκα κάτω από μια άλλη ιερά Δρυς
Κάτω απ’ τη σκιά της Νεμέρτσκας
Βγήκα από τα πλευρά του Ομήρου
Η πρώτη μου μιλιά
Λαμπρές χορδές στη λύρα του Απόλλωνα
Με τον Οδυσσέα περιπλανήθηκα σε θάλασσες και στεριές
Συζούσα με τους Κύκλωπες ήμουν στο κοπάδι τους
Δεν μπόρεσα να τους τυφλώσω ωστόσο
Κοιμήθηκα με την ωραία Ελένη σε μονομαχία με μνηστήρες
Πυρπολημένη Τροία ο έρωτας μου
Η ιερά φηγό έριξε ρίζες
Στη μυθική γη της καρδιάς
Ξερίζωσα τη σαΐτα από τη φτέρνα του Αχιλλέα
Και σαϊτεύω τους εχθρούς μου
Το σκοτάδι και την αδικία
Με γέννησε μια Ελληνίδα μάνα
Η Γαία του μύθου
Ένα πόδι στη Νεμέρτσκα, τ’ άλλο στο Πλατοβούνι
Κι ένα πωγωνήσιο κύπελο να με κερνάει κρασί καημών
Ανθίζοντας τους ψυχικούς αμπελώνες
Και μια θεά Αφροδίτη να μου δίνει θαλασσινά φιλιά
Στην Πέτρα του Ρωμιού
Με γέννησε μια μυθική μάνα
Και μου τραγούδησε Ομηρικούς ύμνους
Εσένα που με σαϊτεύεις ακόμα ποια μετρέσα σε γέννησε
Του σκότους ή του ψεύδους;
photo u_b_65 / https://pixabay.com
















































