Η συνέχεια του άρθρου
Δίπλα στο ιερό της Αθηνάς υπήρχε το τέμενος του Μορίου Δία. Επίσης υπήρχαν στο Γυμνάσιο βωμοί αφιερωμένοι στον Ερμή και τον Ηρακλή. Κοινός επιβλητικός βωμός υπήρχε στην Ακαδημία αφιερωμένος στον Προμηθέα και τον Ήφαιστο. Από την φλόγα του βωμού αυτού άναβαν τις λαμπάδες οι αθλητές που έτρεχαν στις λαμπαδηδρομίες, αγώνες που πραγματοποιούνταν προς τιμή των νεκρών στον Δρόμο προς Ακαδημία.
Μέσα σε αυτόν τον χώρο ιδρύθηκε τον 6ο αι πΧ το Γυμνάσιο της Ακαδημίας. Ο Πλούταρχος μας παραδίδει ότι ο Πεισίστρατος έστησε στην είσοδο του Γυμνασίου της Ακαδημίας άγαλμα στο βωμό του θεού Έρωτα προς τιμήν του εραστή του Χάρμου. Ο Αθήναιος παραδίδει μιά παραλλαγή αυτής της πληροφορίας και αναφέρεται στο επίγραμμα που υπήρχε στον βωμό.
Ο Χάρμος έστησε βωμό στον πολυμήχανο θεό Ερωτα επί σκιεροίς τέρμασι γυμνασίου. Αυτή είναι η πρώτη φορά που έχουμε σαφή αναφορά για γυμνάσιο στην Ακαδημία κατά την αρχαική εποχή. Ο Παυσανίας αναφέρει μία είσοδο προ δε της εισόδου της ες Ακαδημία καιτοι η επίσκεψή του έγινε πολλούς αιώνες μετά τον Πλάτωνα εντούτοις συνδέει την είσοδο αυτή με ένα αφιέρωμα στον Ερωτα που στήθηκε από τον Χάρμο.
Από τα τέλη του 6ου αι.π.Χ. σύμφωνα με τους αρχαίους συγγραφείς, η Ακαδημία απέκτησε έναν περίβολο, του οποίου η εξαιρετικά πολυδάπανη κατασκευή αποδίδεται στον Ίππαρχο, γιό του Πεισίστρατου. Ο περίβολος αυτός έμεινε γνωστός με το όνομα «Ιππάρχου τειχίον».
Τον 5ο αι.π.Χ. ο Κίμων δενδροφύτευσε και υδροδότησε τον χώρο του Γυμνασίου και τον μετέβαλε σε χλοερό άλσος. Φαίνεται ότι ο Κίμων στο πλαίσιο προγράμματος αναμόρφωσης της πόλης μεταξύ άλλων έργων «την Ακαδημίαν εξ ανύδρου και αιχμηράς κατάρριπον αποδείξας άλσος, ησκημένον υπ¨αυτού δρόμος καθαροίς και συστίοις περιπάτους¨.
Ο Delorme πιστεύει ότι ο Κίμων επισκεύασε τις εγκαταστάσεις του Γυμνασίου που καταστράφηκαν από τους Πέρσες, ενώ ο Kyle θεωρεί ότι μετέτρεψε την Ακαδημία από θρησκευτικό κέντρο με περιορισμένες αθλητικές δραστηριότητες και προσιτές μόνον στην αριστοκρατική τάξη σε γυμνάσιο ανοικτό σε όλους τους πολίτες.
Αυτή η ειδυλλιακή τοποθεσία περιγράφεται θαυμάσια σε απόσπασμα από τις Νεφέλες του Αριστοφάνη που αναφέρεται σε νέους που περνούν τις ελεύθερες ώρες τους στην Ακαδημία την άνοιξη μέσα στα άνθη και κάτω από λεύκες, πλατάνια και νερά.
Κατά την διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου ο Χώρος της Ακαδημίας χρησίμευσε ως στρατόπεδο για τους Σπαρτιάτες το 405 και το 403 π.χ. αι.
Το 387 π.Χ. ο Πλάτων επιστρέφοντας στην Αθήνα από το α’ ταξίδι του στις Συρακούσες, ίδρυσε στην περιοχή του Γυμνασίου την περίφημη σχολή του. Αργότερα στον χώρο αυτό και προς τον Ίππιο Κολωνό έκτισε την οικία του. Μέσα σε ιδιόκτητο κήπο ίδρυσε το Μουσείο και στοά γιά τη διδασκαλία του. Εκεί το 347 πΧ τάφηκε ο Πλάτων ύστερα από 40 χρόνια διδασκαλίας. Ο διάδοχος του Πλάτωνος στην Ακαδημία ανιψιός του Σπεύσιππος αφιέρωσε αγάλματα των Χαρίτων στο Μουσείο. Ο Πέρσης Μιθριδάτης έστησε ανδριάντα του Πλάτωνος, έργο του γνωστού γλύπτη Σιλαλίωνος σύμφωνα με τον Διογένη Λαέρτιο.
Η Πλατωνική Ακαδημία υπήρξε μία ένωση διανοούμενων της εποχής. Η φιλοσοφική αυτή ένωση που είχε οργανωθεί στα πρότυπα των Πυθαγορείων, βρισκόταν υπό την προστασία των Μουσών
Η Ακαδημία μέχρι τον 6ο αι. μ.Χ. υπήρξε το κέντρο της Φιλοσοφικής Σχολής των Πλατωνικών υπό την διεύθυνση επιφανών διαδόχων του Πλάτωνος, όπως ήταν ο Σπεύσιππος και Ξενοκράτης, καθώς και ο Νεοπλατωνιστής Πρόκλος.
Το κύριο έργο της Ακαδημίας ήταν φιλοσοφικό και επιστημονικό. Είναι το πρώτο ίδρυμα επιστήμης και φιλοσοφίας και γιά αυτό αποτελεί μέχρι σήμερα το πρότυπο γιά όλα τα επιστημονικά κέντρα
Το 86 πΧ ο Σύλλας κόβει τα δένδρα του άλσους της Ακαδημίας καθώς και του Λυκείου, προκειμένου να κατασκευάσει πολιορκητικές μηχανές στην πολιορκία του Πειραιά. Αναβίωση της Ακαδημίας συντελείται από τον Ιουλιανό τον Παραβάτη 361-363 μ.Χ., ο οποίος ως γνωστόν θέλησε να αναβιώσει την αρχαία θρησκεία και τις φιλοσοφικές σχολές.
Τον 6ο αι. μ.Χ. με διάταγμα του Ιουστινιανού η Φιλοσοφική Σχολή της Ακαδημίας κλείνει, όπως όλες οι φιλοσοφικές σχολές των Αθηνών.
Για την σύνδεση της Ακαδημίας με την πόλη των Αθηνών χρησίμευε μία οδος που στα κράσπεδά της από τις αρχές του 5ου αι. π.Χ. δημιουργήθηκε το δημόσιο νεκροταφείο της πόλης το Δημόσιο Σήμα, όπου ως γνωστόν ο Περικλής εξεφώνησε τον Επιτάφιο γιά τους πρώτους νεκρούς του Πελοπονησιακού πολέμου. Εδώ οι Αθηναίοι έθαπτον τους επιφανείς άνδρες και τους νεκρούς του πολέμου. Η οδός αυτή άρχιζε από τη Θριάσια Πύλη ή Δίπυλο στον Κεραμεικό, που ήταν και η επίσημη Πύλη των Αθηνών. Κατά την κλασική περίοδο η οδός αυτή είχε πλάτος 39-40 μέτρα τουλάχιστον στο αρχικό της τμήμα και κατά τον άξονά της με την σημερινή οδό Πλαταιών στον Έξω Κεραμεικό μέχρι την σημερινή οδό Κωνσταντινουπόλεως. Από τις ανασκαφές που έχουν διενεργηθεί μέχρι σήμερα δεν έχει βρεθεί τμήμα της αρχαίας οδού με ένα τέτοιο πλάτος προς την Ακαδημία και με πορεία κατά τον άξονα της σημερινής οδού Πλάτωνος.
Ετσι ο αρχαίος δρόμος ευρύς στην αρχή, στην συνέχεια του φαίνεται ότι είχε την μορφή μιας απλής αμαξιτής οδού, πλάτους περίπου 5 μέτρων, όπως αποδεικνύεται από το τμήμα της οδού που αποκαλύφθηκε το 1929 κατά τις ανασκαφές του Αριστόφρονος και έχει διατηρηθεί στα δυτικά της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου της Ακαδημίας Πλάτωνος. Ομως
και από τις μεταγενέστερες πολυάριθμες σωστικές ανασκαφές απόλυτα αποδεδειγμένη εξακολουθεί να είναι μέχρι σήμερα στο τμήμα αυτό προς Ακαδημία η παράλληλα προς το Δημόσιο Σήμα βοηθητική οδός όπως ονομάστηκε, διότι θεωρήθηκε ότι εξυπηρετούσε τις καθημερινές ανάγκες των κατοίκων. Αυτή κατέληγε στα νότια κράσπεδα της Ακαδημίας σε οικόπεδο επί των οδών Βασιλικών και Τιμαίου Λοκρού, πολύ κοντά στο πρόπυλο του Γυμνασίου.
Γενικές ενδείξεις γιά το εύρος και το μήκος αυτής της οδού, προκύπτουν από την ανεύρεση των όρων Κεραμεικού οι οποίοι πλαισίωναν το αρχικό τμήμα αυτής της οδού, και από αναφορές του Τίτου Λίβιου και του Κικέρωνα.Ο μεν πρώτος αναφέρει ότι η οδός από το Δίπυλο μέχρι το Γυμνάσιο ήταν χίλια σχεδόν ρωμαικά βήματα δηλαδή 1480 μ. ο δέ Κικέρων μας πληροφορεί ότι η από Διπύλου οδός που οδηγούσε στην Ακαδημία είχε μήκος 6 Ελληνορωμαικών σταδίων δηλαδή 1100 περίπου μέτρα
Ένα εύρημα ιδιαίτερα σημαντικό για την τοπογραφία της αρχαίας Ακαδημίας αλλά και για την τοπογραφία της Αρχαίας Αθήνας είναι η αποκάλυψη σε οικόπεδο στην συμβολή των οδών Βασιλικών και Κρατύλου, κοντά στα νότια κράσπεδα του Άλσους της Ακαδημίας, ενός ταφικού περιβόλου και τριών επιτυμβίων μνημείων, στα οποία σώζονται χαραγμένα τα ονόματα μελών της οικογενείας του ρήτορος Λυκούργου.
Η ανεύρεση των ενεπιγράφων επιτυμβίων μνημείων της οικογενείας του Λυκούργου ενός από τους πιο σημαντικούς πολιτικούς άνδρες της αρχαίας Αθήνας σε αυτό σημείο επιβεβαιώνει τον Παυσανία, ο οποίος απαριθμώντας τα ταφικά μνημεία του Δημοσίου Σήματος το αναφέρει ως το τελευταίο μνημείο ακριβώς πριν από την είσοδο της Ακαδημίας.
Από τον περίφημο τειχίον του Ιππάρχου που περιέβαλλε την Ακαδημία στην υστεροαρχαϊκή εποχή δεν έχει αποκαλυφθεί μέχρι σήμερα κάποιο τμήμα. Επιμήκη τμήματα τοίχων που αποκαλύφθηκαν και ταυτίστηκαν από τους ανασκαφείς με τον περίβολο της αρχαίας Ακαδημίας πρέπει να ανήκουν σε μεταγενέστερη από τα Αρχαϊκά χρόνια εποχή.
Ιδιαίτερα η ταύτιση τμήματος περιβόλου από τον ανασκαφέα του Φ.Σταυρόπουλο στα ΒΔ της Ακαδημίας, με το τειχίον του Ιππάρχου δεν ήτο επιτυχής. Το Τμήμα αυτό του τοίχου που είναι ενισχυμένο με αντηρίδες σε ίσα διαστήματα και σε όλο το αποκαλυφθέν μήκος πρέπει να χρονολογηθεί επίσης σε πολύ μεταγενέστερη από τα ύστερα αρχαϊκά χρόνια εποχή.
Μία χρονολόγηση μετά την υστερορρωμαική εποχή προκύπτει κυρίως από την κατασκευή του από ακατέργαστες πέτρες ανίσου μεγέθους, η οποία δεν παραπέμπει σε ένα πολυδάπανο έργο οπως ήταν το τειχίον του Ιππάρχου σύμφωνα με την Σούδα όπου αναφέρεται ως παράδειγμα ενός πολυδάπανου και υπερβολικού δημόσιου έργου. Εξάλλου είναι πολύ πιθανόν αυτό να μην κατασκευάστηκε ποτέ δεδομένου ότι, όπως υπέδειξε ο LYNCH, η παράδοση που συσχετίζει τον Ιππαρχο με την κατασευή του είναι πολύ μεταγενέστερη.
Μια ιδιαίτερη σημαντική ανακάλυψη για τον καθορισμό των ορίων του Άλσους της Ακαδημίας είναι ανεύρεση in situ, στην συμβολή των οδών Αίμωνος και Τριπόλεως ενός όρου (οροσήμου) που φέρει των επιγραφή ΗΟΡΟΣ ΤΗΣ ΗΕΚΑΔΗΜΕΙΑΣ. Ο όρος αυτός χρονολογείται το 500 π.Χ.
Η ανεύρεσή του είναι ιδιαίτερα σημαντική δεδομένου ότι επιβεβαιώνει την θέση της της Ακαδημίας από τον 6ο αι. π.Χ.
Το αρχαιότερο κτίσμα που βρέθηκε μέσα στον χώρο της Ακαδημίας είναι το αψιδωτό οικοδόμημα που βρέθηκε στο Β’ τμήμα Αρχ/κού χώρου και το οποίο χρονολογείται στην Πρωτοελλαδική περίοδο (2,300 π.Χ.). Εχει προσανατολισμό από Α-Δ και αποτελείται από πρόδομο, θάλαμο και έναν βοηθητικό χώρο κοντά στην είσοδο. Η θεμελίωσή τους είναι κτισμένη με ποτάμιους λίθους και συνδετική ύλη λάσπη. Για την ανωδομή πρέπει να είχαν χρησιμοποιηθεί ωμές πλίνθοι.
Η πρωτοελλαδική οικία είχε κτισθεί στο ΒΔ άκρο ενός φυσικού λόφου, ο οποίος κατά την υστερογεωμετρική εποχή είχε χρησιμοποιηθεί για ταφές.
Νότια από το πρωτοελλαδικό κτίσμα αποκαλύφθηκε ένα ιδιόμορφο οικοδόμημα που έχει κατεύθυνση από Β-Ν. Αποτελείται από επτά χωρους που είναι διατεταγμένοι εκατέρωθεν ενός διαδρόμου.Οι τοίχοι είναι κατασκευασμένοι κυρίως με ωμές πλίνθους. Χρονολογείται στην υστερογεωμετρική εποχή. Σύμφωνα με τον ανασκαφέα, Φ.Σταυρόπουλο το κτίσμα αυτό, επειδή παρουσιάζει πολλά κοινά στοιχεία με την Ιερά Οικία της Ελευσίνας, πρέπει να προοριζόταν για την λατρεία του ήρωος – οικιστού της Ακαδημίας, Ακάδημου. Η λατρευτική λειτουργία αυτού του κτηρίου σύμφωνα με τον Σταυρόπουλλο προκύπτει από την ανεύρεση μέσα στον χώρο του πυρών με καμένα οστά ζώων και ότι παραπέμπουν σε νεκρόδειπνα. Η άμεση γειτνίαση της Πρωτοελλαδικής οικίας με την γεωμετρική Ιερά Οικία οδήγησε τον ανασκαφέα στην άποψη ότι και οι δύο χρησίμευσαν για την λατρεία του ήρωος Ακάδημου, που η ανάμνησή της διατηρήθηκε μέσα στους αιώνες.
Η ταύτιση αυτού του οικοδομήματος με Ιερά Οικία έχει εντόνως αμφισβητηθεί. Πρόσφατα το 2007 σε ανακοίνωσή τους σε διεθνή ημερίδα στο Marburg τα πρακτικά της οποίας έχουν δημοσιευθεί ,οι κΜαζαράκης-Αινιάν μαζί με την κ. Αντωνίας Λιβιεράτου με τίτλο Η Ακαδημία του Πλάτωνος στην πρώιμη εποχή του σιδήρου πραγματοποιούν μία πρώτη προσέγγιση των δεδομένων της ανασκαφής της Ιεράς Οικίας. Επιφυλάσσονται να διατυπώσουν τα οριστικά συμπεράσματά τους μέχρι την ολοκλήρωση της μελέτης του ανασκαφικού υλικού. Εντούτοις η ανεύρεση ενός μεγάλου αριθμού ΥΓ ταφικών αγγείων σχεδόν αποκλειστικά με καύσεις μικρών παιδιών στο άμεσο περιβάλλον της Ιεράς Οικίας απομακρύνει την θεωρία περί λατρείας ενός συγκεκριμένου ήρωα δηλ. του ήρωος Ακαδήμου. Πιθανολογούν δε ότι ο μεγάλος αριθμός των παιδικών ταφών οφείλεται σε κάποια επιδημία και η θέση εντφιασμού τους είχε καθαρκτικό χαρακτήρα κοντά σε ένα ιερό χώρο που η παλαιά λατρεία αντικαταστάθηκε βαθμιαία από μία αφηρημένη προγονική λατρεία. Πάντως τα μέχρι σήμερα γνωστά αρχαιολογικά δεδομένα, όπως ο μεγάλος αριθμός σκύφων και κανθάρων δεν επαρκούν σε αυτή την ερμηνεία και ταύτιση.
Από το 1958 στεγάζονται με μεταλλικό στέγαστρο και οι δύο οικίες για την αποτελεσματική προστασία τους. Όμως το 1961 μεγάλη πλημμύρα καταστρέφει εν μέρει την Ιερά Οικία και την καλύπτει με παχύ στρώμα λάσπη. Το 1962 γίνεται προσπάθεια καθαρισμού της Ιεράς Οικίας. Εκτοτε δεν διενεργήθηκε κάποια έρευνα ή απόπειρα επαναποκάλυψης της εφόσον η διαμόρφωση του εδάφους της περιοχής ήταν αιτία να πλημμυρίσει ο χώρος της επανειλημμένα. Στην μεφάλη θεομηνία του 2001 ο χώρος της Ιεράς οικίας είχε καλυφθεί με νερό ύψους 5 μ.
Δύο από τα συγκροτήματα που φαίνεται ότι ανήκουν στις εγκαταστάσεις του περίφημου Γυμνασίου της Ακαδημίας είναι το Γυμνάσιο ή Παλαίστρα και το τετράγωνο περίστυλο κτήριο.
Συνεχίζεται