……Στεναχωριέμαι. Βλέπω ένα δάκρυ να κυλά στα μάτια της κυρίας που μου συστήθηκε ως μητέρα μου. Κάθεται στην άκρη του κρεβατιού μου και δυο λόγια μόνο μου λέει παρηγοριάς.
«Ήρεμη να είσαι και θα δεις, όλα θα πάνε καλά», μετά, σκύβει και μου δίνει ακόμη ένα φιλί στο μέτωπο. «Ναι, θα είμαι ήρεμη» της απαντώ. Μόνο αυτό τίποτα άλλο δεν της λέω, δεν ξέρω πώς να εκφραστώ με τι λόγια αφού είναι μια άγνωστη εμπρός μου. Στα μάτια της διαβάζω ερωτηματικά, αλλά κι εγώ συνεχώς σφίγγομαι πώς να φερθώ, αφού μάλλον ίσως να έχασα κάθε ίχνος συναίσθημα για τα πάντα γύρω μου. Το φιλί της όμως στο μέτωπό μου είναι τόσο τρυφερό, αυτό μου δίνει μια αίσθηση σιγουριάς ασφάλειας. Ίσως για πρώτη φορά να νιώθω ότι όλα θα πάνε καλά. Ίσως για πρώτη φορά να βλέπω μια αχτίδα ελπίδας στον ορίζοντα. Θα ήθελα να μην φύγουν, να μείνουν εδώ για να αισθάνομαι περισσότερη ασφάλεια, να μιλήσω να ρωτήσω και αυτοί να μου δώσουν απαντήσεις με όλες τις λεπτομέρειες, έτσι να καταλάβω γιατί βρίσκομαι δεμένη στο κρεβάτι. Όμως διστάζω και όσο το σκέφτομαι βλέπω πως δεν γίνεται αυτό που θέλω, αφού σε λίγο η ίδια νοσοκόμα που τους έφερε σε μένα, τους λέει πως δεν πρέπει να με κουράζουν και πρέπει να φύγουν, για να κοιμηθώ. «Μα όλη μέρα κοιμάμαι,» μουρμουρίζω, όμως κανείς δεν με ακούει, έφυγαν όλοι, με αφήνουν πάλι μόνη. Και πάλι κλείνουν τα μάτια μου, πάλι κοιμάμαι……
photo congerdesign, https://pixabay.com