Εσύ κρατούσες μια φυσαρμόνικα
κι εγώ ένα στεφάνι.
Σπίτια χαμηλά στη λιλιπούτεια πολιτεία.
Πήρα ένα και το τοποθέτησα πιο πέρα.
Όπως τους κύβους, όταν ήμασταν παιδιά.
Μια βρύση έτρεχε νερό πάνω σε σοκολάτα.
Έσκυψα και ήπια μόσχους και λουλούδια μυγδαλιάς.
Μια αλεπού μασούσε ένα γιορντάνι.
Σαν σε οθόνη του σινεμά, γράμματα της αλφαβήτου.
Α, Ο, Κ, Δ, Φ, Σ, Μ…
Όλα δικά μου!
Τρίγωνα, στεφάνια, κύκλοι, γραμμές,
σκέψεις σύμφωνες, ασύμφωνες,
και μια μελωδία από τη φυσαρμόνικά σου
να με θυμιατίζει.
«Τι θα το κάνεις το στεφάνι μου;» σε ρώτησα ροδίζοντας.
«Τι θα κάνεις το «Ο» μου;»
«Τσέρκι στο τσίρκο μου», απάντησες.
«Θα περάσω από μέσα του καθώς θα φλέγεται,
φωτιά από την ανάσα σου
κι από την κάβλα και τον φόβο μου».
Θέλω κι άλλο δροσερό νερό στο στόμα.
photo dodoozy, Image license by freepik.com