Στην Ελλάδα είχε μείνει ένα πράγμα, το οποίο δεν ετίθετο προς διαπραγμάτευση: η διανόηση. Διότι ο Έλληνας σκέφτεται, και αυτό αποδεικνύεται ότι είναι πολύ σημαντικό, όταν ο Έλληνας φύγει από την Ελλάδα. Τότε, δικαιώνεται. Γιατί εντός της πατρίδας του, το να δικαιωθεί ο σκεπτόμενος άνθρωπος δεν είναι ο κανόνας αλλά η εξαίρεση. Όταν όμως φύγει από την Ελλάδα, είναι μεγάλη η πιθανότητα να συναντήσει μηχανισμούς οι οποίοι θα επεξεργαστούν την σκέψη του, εφ’ όσον προσφέρει κάτι συλλογικά, και τότε θα την δει να υλοποιείται κατά πάσα πιθανότητα. Γι’ αυτό και ακούμε τόσο συχνά επικεφαλής ερευνητικών ομάδων στον ιατρικό π.χ. τομέα να είναι Έλληνες.
Δεν συμβαίνει αυτό γιατί “είμαστε ανώτεροι”, αλλά γιατί η διανόηση συνάντησε την δράση. Έξω από την Ελλάδα.
Στην Ελλάδα δράση με στόχο το συλλογικό καλό, δεν νοείται. Και δεν νοείται, εκ των πραγμάτων, από τα πράγματα που βλέπουμε να γίνονται καθημερινά – όχι γιατί παραπονιόμαστε άδικα. Διότι, όταν ως “δράση” εννοούμε το “καιρό έχουμε να κάνουμε κάτι για να ακουστεί το υπουργείο μας, ας κάνουμε κάτι, ό,τι νά’ναι”, τότε κάτι μάλλον δεν έχει γίνει ορθά αντιληπτό.
Και ο πικρός αυτός πρόλογος, έρχεται για να υποκλιθούμε μπροστά στην νέα απόφαση που πήρε το υπουργείο παιδείας (με μικρό “π”) της Ελλάδας, λίγο πριν την πρωτοχρονιά -λες και κάτι μας πίεζε χρονικά να το κάνουμε αυτό: Να εξισώσει τα πτυχία των Δραματικών σχολών, με αυτά του λυκείου. Να γίνει ίσο με απολυτήριο λυκείου δηλαδή, το πτυχίο του Εθνικού Θεάτρου, του Θεάτρου Τέχνης κ.λπ.
Μαζί με εμένα, υποκλίνεται σύσσωμος ο καλλιτεχνικός χώρος και δίπλα μου βλέπω να υποκλίνονται ο Μάνος Κατράκης, ο Μίμης Φωτόπουλος, ο Βάσος Ανδρονίδης, ο Γιώργος Αρμένης, ο Γιάννης Βόγλης, ο Γιάννης Φέρτης, ο Βασίλης Διαμαντόπουλος, ο Ηλίας Ζερβός, η Κατίνα Παξινού, η Αντιγόνη Βαλάκου, η Αλέκα Κατσέλη, η Εύα Κοταμανίδου, η Δέσποινα Μπεμπεδέλη, η Δέσπω Διαμαντίδου, η Λήδα Πρωτοψάλτη, η Ασπασία Παπαθανασίου… πολλοί. Πιο πίσω υποκλίνονται όλοι όσοι αποδείχτηκαν απόφοιτοι λυκείου, καταθέτοντας έργο, ψυχή, σώμα και πνεύμα, στα ελληνικά Θέατρα. Εκεί απ’ όπου ο θεατής βγαίνει σκεπτόμενος (περί “λειτουργήματος” μιλούμε τώρα, κυρία υπουργέ).
Και αν το υπουργείο παιδείας δεν μπορεί να κοστολογήσει σε αριθμούς, σε χρόνια, (το “σε αξία πνευματική” δεν το αναφέρω κάν) τί σημαίνει να διδάσκεις από Σκηνής, περιμέναμε ενδεχομένως από ένα άλλο, διπλανό υπουργείο, να γυρίσει και να διαφωνήσει. Αλλά ελάβαμε σιωπή. Δεν θα πω ότι ελάβαμε αδιαφορία, γιατί είναι γιορτινές ημέρες.
Για ένα πράγμα μόνο προσευχόμαστε όλοι όσοι βγάλαμε ένα λύκειο: να γίνει πραγματικά το Λύκειο στην Ελλάδα τόσο σημαντικό, αποτελεσματικό και ουσιώδες, κάποια στιγμή, που να μπορεί ένας απόφοιτός του να πει μια μέρα: “είδες τον Κατράκη; σε αυτό το θρανίο καθόταν”!… Κρίμα κύριοι υπουργοί πρωτοχρονιάτικα.
Κατά τα άλλα, Έλληνες, ας έχουμε μια καλή χρονιά επιτέλους, κάποτε. Έως τότε, σε μια χώρα με πτυχιούχους να εργάζονται σε άσχετες με το επάγγελμά τους δουλειές, μη μπορώντας να αξιοποιήσουμε τα χρήσιμα ακόμα, ας παρατηρούμε το να μην βελτιώνονται οι δομές, απλά να “αλλάζουν λίγο, έτσι …”.