27 Ιουλίου 1941, 7ο Φρούριο, έξω από το Knovo της Λιθουανίας.
Όταν οι Γερμανοί κατέλαβαν το Κόβνο στις 24 Ιουνίου 1941, περίπου 25.000 Εβραίοι ζούσαν εκεί. Την επόμενη μέρα, Λιθουανοί ναζί επιτέθηκαν στο προάστιο Slobodka και στο κέντρο του Κόβνο, κοντά στα κεντρικά γραφεία της Βέρμαχτ δολοφονώντας περίπου 800 Εβραίους, συμπεριλαμβανομένων πολλών μωρών. Αλλά η σφαγή κορυφώθηκε εκείνη την ημέρα του Ιούλη. O T. Snyder στο βιβλίο του BloodLands προσπαθεί να εξηγήσει γιατί ο φασισμός εμφανίσθηκε τόσο ‘ενδημικός σε κείνες τις κοινωνίες… Όχι, δεν ήταν ζήτημα κακού αίματος, είχε προηγηθεί ο λιμός που προκάλεσε ο Στάλιν (αυτόν που αποκαλούν κάποιοι εξ αριστερών μύθο). Γιατί όμως οι Εβραίοι; Γιατί σύμφωνα με την Ναζιστική προπαγάνδα η Οκτωβριανή Επανάσταση δεν ήταν αποτέλεσμα της εγκληματικής αντιλαϊκής πολιτικής του Τσάρου που επέφερε χιλιάδες νεκρούς, μα ήταν εφεύρημα δικό τους, κι ας είχαν ήδη διωχθεί, κι ας εξελίσσονταν διωγμοί Εβραίων και στην ΕΣΣΔ. Πάντα η απόκρυψη των κοινωνικοπολιτικών και οικονομικών αιτιών οδηγεί στην ‘μεταφυσική του ναζισμού’. Ένας φαύλος κύκλος όπου ο πόνος και η οργή μετατίθεται στον αδύναμο εύκαιρο, στον συνήθη ύποπτο, στο βολικό θύμα
Τον Δεκέμβριο του 1941, ο Γερμανός Διοικητής Jaeger έγραφε:
“…Μπορώ να επιβεβαιώσω σήμερα ότι το Einsatzkommando 3 πέτυχε τον στόχο της επίλυσης του εβραϊκού προβλήματος στη Λιθουανία. Δεν υπάρχουν άλλοι Εβραίοι στη Λιθουανία, εκτός από όσους χρειαζόμαστε ως εργάτες και τις οικογένειές τους.”
Έναν χρόνο πριν μια λαμπρή γυναίκα, η Matilda Olkin, μόλις 18 τότε, θα ξεκινούσε ένα Ημερολόγιο που όταν εκδόθηκε στον 21ο αιώνα από την έρευνα της σπουδαίας ιστορικού Violeta Alekniene συντάραξε την κοινωνία της Λιθουανίας κι έφερε μπροστά στην συλλογική συνείδηση το ερώτημα: “με πιο δικαίωμα συνεργαστήκαμε τότε; ενάντια σε ποιούς;” Τον Αύγουστο του 1940, σε ένα σπίτι με ξύλινο σκελετό στη βορειοανατολική Λιθουανία, αυτή η νεαρή Εβραία συγγραφέας ξεκλείδωσε το ημερολόγιό της και άρχισε να γράφει:
Βλέπω — πλήθη πέφτουν στα γόνατα,
Ακούω — νύχτες γεμάτες κλάμα.
Ταξιδεύω στον κόσμο
Και ονειρεύομαι αυτό το παράξενο όνειρο.
Το ποίημα, που περιγράφει το προσκύνημα ενός «εξαντλημένου» λαού σε μια κόλαση με «φλεγόμενες άμμους», ήταν η πρώτη καταγραφή της Olkin, η οποία ήθελε να σπουδάσει ιστορία της Λογοτεχνίας.
«Οι άνθρωποι λιμοκτονούν. Ο πόλεμος πλησιάζει προς το μέρος μας. Μπορεί να μην λάβω την υποτροφία μου – τίποτα δεν είναι σίγουρο, όλα είναι σε ομίχλη. Και στέκομαι στην άκρη ενός γκρεμού, μαζεύω τα πέταλα μιας μαργαρίτας, ρωτώντας: «Με αγαπάς; Δεν με αγαπάει.'”
Σε αυτό που μπορεί να είναι το τελευταίο της ποίημα, με ημερομηνία 14 Νοεμβρίου 1940, το σκηνικό είναι μια κηδεία. Η αφηγήτρια κοιτάζει πίσω στα πλήθη των πενθούντων:
Α, πόσοι έχουν μαζευτεί
Και κανείς δεν θα δει την αγάπη.
Κρατώ ένα βρέφος στην αγκαλιά μου –
Και το βρέφος μου είναι ο Θάνατος.
photo https://pixabay.com/el/