(Γιατί έχουμε πολλούς συγγραφείς αλλά λιγότερους αναγνώστες)
Η μουσική μπορεί να γυμνάζει τον εγκέφαλο, όμως το βιβλίο τον διδάσκει να σκέφτεται, να στοχάζεται, να αρθρώνει γλώσσα. Αν η μουσική είναι η συμφωνία του εγκεφάλου, το βιβλίο είναι η γραφή της ψυχής. Κι όμως, στις μέρες μας ζούμε μια ιδιότυπη αντίφαση: ποτέ δεν υπήρξαν τόσοι πολλοί συγγραφείς, αλλά ποτέ δεν υπήρξαν τόσο λίγοι αναγνώστες.
Η δύναμη της ανάγνωσης στον εγκέφαλο
Η ανάγνωση είναι μια από τις πιο σύνθετες λειτουργίες που εκτελεί ο εγκέφαλος. Δεν πρόκειται μόνο για αποκωδικοποίηση λέξεων. Κάθε φορά που διαβάζουμε, ενεργοποιούνται τα κέντρα της γλώσσας, της μνήμης, της φαντασίας, της ενσυναίσθησης. Ο αναγνώστης μπαίνει σε κόσμους άλλων, βιώνει εμπειρίες που ποτέ δεν έζησε, κατανοεί συναισθήματα που ίσως δεν θα συναντήσει.
Νευροεπιστήμονες έχουν αποδείξει ότι η ανάγνωση ενισχύει την ενσυναίσθηση, την ικανότητα κατανόησης των άλλων, αλλά και τη δημιουργική σκέψη. Ένα παιδί που διαβάζει μυθιστορήματα έχει αποθέματα φαντασίας και έκφρασης που κανένα ψηφιακό βίντεο δεν μπορεί να του προσφέρει.
Η κρίση της ανάγνωσης στον ψηφιακό κόσμο
Κι όμως, ο 21ος αιώνας είναι ο αιώνας της ταχύτητας, του αποσπασμένου βλέμματος, της εικόνας. Τα κοινωνικά δίκτυα καλλιεργούν “βλέμμα που σκανάρει”, όχι μάτι που εμβαθύνει. Η υπομονή που απαιτεί το διάβασμα φθίνει, και μαζί της φθίνει η ικανότητα κριτικής σκέψης.
Δεν είναι τυχαίο ότι πολλοί σήμερα γράφουν, αλλά λιγότεροι διαβάζουν. Ο συγγραφέας υπάρχει σε αφθονία, αλλά ο αναγνώστης σπανίζει. Μοιάζει σαν η κοινωνία μας να γέμισε φωνές που θέλουν να μιλήσουν, αλλά να λιγόστεψαν τα αυτιά που ακούν. Κι αυτό δεν είναι μόνο πολιτιστικό πρόβλημα∙ είναι και βαθιά πολιτικό. Μια κοινωνία που δεν διαβάζει, δεν αναλύει, δεν κρίνει∙ καταπίνει εύκολα κάθε αφήγημα.
Η γλώσσα ως φορέας πολιτισμού
Η γλώσσα είναι η ψυχή ενός λαού. Μέσα στο βιβλίο η γλώσσα ανασαίνει, μεταμορφώνεται, επιβιώνει. Στην εποχή μας, που η ελληνική γλώσσα στην ομογένεια δοκιμάζεται και συρρικνώνεται, η ανάγνωση γίνεται όχι μόνο απόλαυση αλλά και καθήκον πολιτισμού. Το παιδί που θα διαβάσει ελληνικό βιβλίο, είτε λογοτεχνία είτε ποίηση, θα νιώσει τη γλώσσα ζωντανή και θα την μεταφέρει στο αύριο.
Χωρίς αναγνώστες, η γλώσσα γίνεται φτωχή, χάνει αποχρώσεις, περιορίζεται στα αποσπάσματα ενός διαδικτυακού σχολίου. Το βιβλίο, αντίθετα, την απλώνει, την βαθαίνει, της δίνει πνοή.
Η αντίφαση του σήμερα
Ποτέ δεν ήταν πιο εύκολο να εκδώσεις βιβλίο. Η αυτοέκδοση, οι μικροί εκδοτικοί οίκοι, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δίνουν βήμα σε χιλιάδες συγγραφείς. Όμως, το κοινό που πραγματικά διαβάζει δεν αυξάνεται με τον ίδιο ρυθμό. Έχουμε περισσότερους τίτλους στα ράφια, αλλά μικρότερη προθυμία να τους ξεφυλλίσουμε.
Αυτό σημαίνει ότι τα βιβλία συχνά χάνονται μέσα σε έναν ωκεανό πληροφορίας. Και οι συγγραφείς συχνά γράφουν χωρίς να βρίσκουν αναγνώστες. Μια κουλτούρα όπου όλοι μιλούν και κανείς δεν ακούει είναι μια κουλτούρα που χάνει το νόημά της.
Το πολιτισμικό στοίχημα
Η ανάγνωση δεν είναι πολυτέλεια. Είναι η προϋπόθεση για να παραμείνει ένας πολιτισμός ζωντανός. Η μουσική μπορεί να μας συγκινεί και να μας ξεσηκώνει, αλλά το βιβλίο μας δίνει λέξεις για να εκφράσουμε όσα νιώθουμε. Η τέχνη του λόγου είναι η βάση του στοχασμού, της φιλοσοφίας, της δημοκρατίας.
Αν θέλουμε κοινωνίες που σκέφτονται και δεν απλώς καταναλώνουν, πρέπει να ξαναδώσουμε στη νέα γενιά το δώρο της ανάγνωσης. Όχι μόνο να γράφουμε περισσότερα βιβλία, αλλά να φροντίζουμε να διαβάζονται. Όχι μόνο να καμαρώνουμε για συγγραφείς, αλλά να χτίζουμε αναγνώστες.
👉 Σήμερα, λοιπόν, το πολιτιστικό μας χρέος δεν είναι μόνο να εκδίδουμε. Είναι να καλλιεργούμε την αγάπη για το βιβλίο, να υπερασπιζόμαστε τη γλώσσα, να υπενθυμίζουμε ότι ο αναγνώστης είναι ο αληθινός ήρωας της λογοτεχνίας. Γιατί χωρίς αυτόν, κανένα βιβλίο δεν ολοκληρώνεται, και καμία κουλτούρα δεν επιβιώνει.
photo, Businessrise design















































