Η συνέχεια του άρθρου της Χριστίνας Βάζου
Στις 26 Αυγούστου συνέβη και μια ακόμη σύντομη αψιμαχία. Το μεσημέρι εκείνης της ημέρας ο Bonifacio και μερικοί από τους άντρες του είχαν σταματήσει στην περιοχή Diliman. Το απόγευμα, η πολιτοφυλακή είχε σταλεί στην πόλη Caloocan για να ερευνήσει κάποιες επιθέσεις που έγιναν σε Κινέζους εμπόρους, τις οποίες έκαναν ληστές οι οποίοι είχαν εισχωρήσει στους επαναστάτες. Η πολιτοφυλακή βρήκε μια ομάδα από Katipuneros και ξεκίνησε μια σύντομη συμπλοκή. Ο διοικητής της ομάδας της πολιτοφυλακής ενημέρωσε τις αρχές για το συμβάν και η αναφορά αυτή ανάγκασε τον Γενικό Κυβερνήτη Ramón Blanco να προετοιμαστεί για τις επικείμενες εχθροπραξίες. Μέχρι τα τέλη Νοεμβρίου ο στρατηγός Blanco είχε στη διάθεση του γύρω στους 10,000 Ισπανούς στρατιώτες και τα κανονιοφόρα «Isla de Cuba» και «Isla de Luzon».
Από τις 27 με 28 Αυγούστου, ο Bonifacio πήγε από την Balara στο βουνό Balabak στην περιοχή Hagdang Bato. Εκεί οργάνωσε μερικές συναντήσεις με σκοπό να οριστικοποιήσει τα σχέδια του για την επίθεση στη Μανίλα που θα γινόταν την επόμενη ημέρα. Ο Bonifacio εξέδωσε την ακόλουθη διακήρυξη:
«Αυτό το μανιφέστο αφορά όλους εσάς. Είναι απολύτως απαραίτητο να σταματήσουμε το συντομότερο δυνατόν τις ανώνυμες επιθέσεις που διαπράττονται στους γιους της χώρας που τώρα υποφέρουν από αυτή τη βάναυση τιμωρία και τα βασανιστήρια στις φυλακές. Εξαιτίας αυτού, ενημερώστε όλα τα αδέλφια μας ότι το Σάββατο, στις 29 του μήνα, η επανάσταση θα ξεκινήσει όπως είχαμε συμφωνήσει. Για αυτό το λόγο, είναι απαραίτητο όλες οι πόλεις να ξεσηκωθούν και να επιτεθούν στην Μανίλα ταυτόχρονα. Όποιος αντιταχθεί σε αυτό το ιερό ιδανικό του λαού θα θεωρείται προδότης και εχθρός, εκτός και αν είναι άρρωστος ή σωματικά ανίκανος. Σε αυτές τις περιπτώσεις θα δικαστεί σύμφωνα με τους κανονισμούς που έχουμε θεσπίσει.
Βουνό της Ελευθερίας,
28 Αυγούστου 1896
ANDRÉS BONIFACIO»
Στις 29 Αυγούστου το βράδυ οι εχθροπραξίες ξεκίνησαν όταν εκατοντάδες αντάρτες επιτέθηκαν στο κτήριο της πολιτικής φρουράς στην περιοχή Pasig. Επίσης, εκατοντάδες άλλοι επαναστάτες, με πρωτοστάτη τον ίδιο τον Bonifacio, επιτέθηκαν στην πόλη San Juan del Monte γύρω στις 4 τα ξημερώματα. Ο Bonifacio σχεδίαζε να καταλάβει την πυριτιδαποθήκη και το σταθμό νερού της πόλης ο οποίος τροφοδοτούσε τη Μανίλα. Στην αρχή οι επαναστάτες υπερίσχυαν έναντι των Ισπανών σε αριθμούς, όταν όμως έφτασαν οι ενισχύσεις, οι Ισπανοί κατάφεραν να απωθήσουν τον Bonifacio και τους επαναστάτες με τους τελευταίους να υφίστανται βαριές απώλειες.
Μετά την ήττα τους στην Μάχη της San Juan del Monte οι επαναστάτες ανασυγκροτήθηκαν κοντά στις περιοχές Marikina, San Mateo και Rodriguez όπου και επιτέθηκαν στις Ισπανικές δυνάμεις, όμως δεν κατάφεραν να υπερτερήσουν και ο Bonifacio διέταξε την υποχώρηση των επαναστατών στην Balara. Παρά την υποχώρηση των επαναστατών, οι ισπανικές δυνάμεις ακόμη έβλεπαν τον Bonifacio ως απειλή. Νότια της Μανίλα, οι πόλεις San Francisco de Malabon, Noveleta και Kawit επαναστάτησαν. Στις 30 Αυγούστου ο Γενικός Κυβερνήτης Ramón Blanco κήρυξε οκτώ επαρχίες που είχαν επαναστατήσει σε «κατάσταση πολέμου» και τις έθεσε υπό στρατιωτικό νόμο. Αυτές οι επαρχίες ήταν η Manila, Bulacan, Cavite, Pampanga, Tarlac, Laguna, Batangas, και η Nueva Ecija. Αργότερα, αυτές ήταν οι οκτώ επαρχίες που αντιπροσωπεύονται από τις οκτώ ακτίδες του ήλιου στη σημαία των Φιλιππίνων.
Μέχρι τον Δεκέμβριο υπήρχαν τρία βασικά μέρη στα οποία λάμβανε χώρα η εξέγερση, η περιοχή Cavite υπό τη διοίκηση του Mariano Alvarez, Baldomero Aguinaldo και άλλων, η περιοχή Bulacan υπό την διοίκηση του Mariano Llanera και η περιοχή Morong υπό τη διοίκηση του Bonifacio. Η Katipunan στην Cavite ήταν διαιρεμένη σε δυο συμβούλια, το Magdiwang υπό την ηγεσία του Alvarez και το Magdalo υπό την ηγεσία του Baldomero Aguinaldo. Αυτά τα δυο συμβούλια συνεργάζονταν μεταξύ τους στο πεδίο της μάχης, όπως για παράδειγμα στην μάχη της Binakayan και στην μάχη της Dalahican, όπου οι επαναστάτες σημείωσαν σημαντικές νίκες. Όμως σύντομα δημιουργήθηκαν αντιπαλότητες ανάμεσα σε αυτά τα δυο συμβούλια σχετικά με την διοίκηση και τα εδάφη που ανήκαν σε κάθε πλευρά με αποτέλεσμα να σταματήσει η μεταξύ τους συνεργασία.
Υπό αυτές τις συνθήκες δεν άργησε να τεθεί ζήτημα αμφισβήτησης της ηγεσίας. Στις 31 Δεκεμβρίου πραγματοποιήθηκε μια συνέλευση για να διευθετηθεί το συγκεκριμένο πρόβλημα. Ο Magdalo επέμενε στην ίδρυση επαναστατικής κυβέρνησης που θα αντικαθιστούσε την οργάνωση Katipunan. Οι Magdiwang προτίμησαν τη διατήρηση της Katipunan, υποστηρίζοντας ότι ήταν ήδη μια κυβέρνηση από μόνη της. Η συνέλευση διαλύθηκε χωρίς καμία απόφαση.
Την 1η Ιανουαρίου του 1897 συνέβη μια από τις πιο αιματηρές μάχες στην επανάσταση των Φιλιππίνων, η Μάχη της Kakarong de Sili. Στην περιοχή Bulacan πέθαναν πάνω από 3,000 επαναστάτες. Η Δημοκρατία της Kakarong, που αναγνωρίζεται ως η πρώτη καλά οργανωμένη επαναστατική κυβέρνηση με έδρα ένα μικρό φρούριο στην Pandi, δέχθηκε επίθεση από τους Ισπανούς οι οποίοι πολιορκούσαν το φρούριο επί ώρες. Τελικά τα τείχη και οι άντρες που τα υπερασπίζονταν έπεσαν. Έπειτα, οι Ισπανοί άρχισαν να καίνε τους οικισμούς εντός του φρουρίου και οι υπολειπόμενοι Katipuneros θανατώθηκαν από τους Ισπανούς.
Στις 22 Μαρτίου του, 1897, οι επαναστάτες συγκάλεσαν μια ακόμη συνέλευση στην οποία αποφασίστηκε η διεξαγωγή εκλογών για να οριστούν οι θέσεις και τα άτομα της επαναστατικής κυβέρνησης. Η φατρία Magdiwang συμμάχησε με τον Bonifacio. Ο Bonifacio ήταν αυτός που επέβλεπε τις εκλογές και δήλωσε ότι τα αποτελέσματα των εκλογών έπρεπε να γίνουν σεβαστά.
Όταν τελείωσε η ψηφοφορία, ο Bonifacio έχασε και η ηγεσία δόθηκε στον Aguinaldo, Ο Bonifacio έχασε και άλλες θέσεις τις οποίες κατέλαβαν μέλη της παράταξής Magdiwang. Τελικά, εξελέγη Διευθυντής Εσωτερικών, αλλά τα προσόντα του για αυτόν τον τίτλο αμφισβητήθηκαν. Ο Bonifacio προσβλήθηκε και επικαλούμενος τη θέση του ως αρχηγού της οργάνωσης Katipunan κήρυξε άκυρη την εκλογή και αποχώρησε. Την επόμενη μέρα, ο Aguinaldo έδωσε τον όρκο του ως Πρόεδρος στη περιοχή Santa Cruz de Malabon στη Cavite, όπως και οι υπόλοιποι αξιωματικοί, εκτός από τον Bonifacio.
Μετά την ήττα του, ο Bonifacio μετέφερε το αρχηγείο του στην περιοχή Naic. Εκεί, ο Bonifacio και οι αξιωματικοί του δημιούργησαν τη Στρατιωτική Συμφωνία Naic, εγκαθιδρύοντας μια αντίπαλη κυβέρνηση σε αυτή του Aguinaldo. Απέρριψε το αποτέλεσμα των εκλογών και υποστήριξε ότι ο ίδιος ήταν ο ηγέτης της επανάστασης. Διέταξε επίσης την αναγκαστική κατάταξη των Φιλιππινέζων στον δικό του στρατό. Έχοντας τελικά ως στόχο την διεξαγωγή πραξικοπήματος κατά της κυβέρνησης ζήτησε προμήθειες από τις γύρω περιοχές. Όταν η πόλη Limbon αρνήθηκε να του δώσει προμήθειες, ο Bonifacio διέταξε να την κάψουν.
Όταν ο Aguinaldo έμαθε για τη Στρατιωτική Συμφωνία και τις αναφορές βίας, στις 27 Απριλίου του 1897 διέταξε τη σύλληψη του Bonifacio και των στρατιωτών του. Ο συνταγματάρχης Agapito Bonzon συναντήθηκε με τον Bonifacio στη Limbon και την επόμενη μέρα του επιτέθηκε. Ο Bonifacio και ο αδελφός του Procopio μεταφέρθηκαν στη Naic για να δικαστούν. Το Πολεμικό Συμβούλιο καταδίκασε τον Bonifacio και τον Procopio σε θάνατο στις 10 Μαΐου 1897, για αντίσταση και προδοσία. Ο Aguinaldo υποστήριξε την απέλαση του Bonifacio και του Procopio αντί για την εκτέλεση τους, όμως απέσυρε την απόφασή του αυτή επειδή τον πίεσαν άλλοι αξιωματικοί της επανάστασης.
Στις 25 Μαρτίου του 1897, οι ενισχυμένες πλέον ισπανικές δυνάμεις ανακατέλαβαν ορισμένες πόλεις στην Cavite. Ο στρατηγός των ισπανικών δυνάμεων José de Lachambre πρόσφερε αμνηστία σε όσους θα παραδινόντουσαν και θα δεχόντουσαν την ισπανική εξουσία στη χώρα. Τον Μάιο του 1897, οι Ισπανοί κατέλαβαν την περιοχή Maragondon αναγκάζοντας την επαναστατική κυβέρνηση να μεταφερθεί στο βουνό Buntis. Μέχρι τον Ιούνιο οι Ισπανοί είχαν ανακαταλάβει πολλές περιοχές χωρίς σχεδόν καμία αντίσταση. Ο Aguinaldo και οι άνδρες του υποχώρησαν προς τα βόρεια. Μετακινούνταν από τη μια πόλη στην άλλη, μέχρι που τελικά εγκαταστάθηκαν στην περιοχή Biak-na-Bato, στην πόλη San Miguel de Mayumo. Εκεί ίδρυσαν τη Δημοκρατία του Biak-na-Bato, με σύνταγμα το οποίο συντάχθηκε από τους Isabelo Artacho και Felix Ferrer, βασιζόμενο στο πρώτο κουβανικό σύνταγμα.
Ο νέος Γενικός Κυβερνήτης της Ισπανίας Fernando Primo de Rivera δήλωσε, «Μπορώ να κυριαρχήσω στο Biak-na-Bato. Οποιοσδήποτε στρατός μπορεί να το κάνει. Αλλά δεν μπορώ να τερματίσω την εξέγερση». Έτσι, έκανε μια πρόταση ειρήνης στους επαναστάτες. Ένας δικηγόρος με το όνομα Pedro Paterno προσφέρθηκε να διαμεσολαβήσει μεταξύ των δυο πλευρών. Επί τέσσερις μήνες, ταξίδευε ανάμεσα σε Μανίλα και Biak-na-Bato μέχρι που τελικά από τις 14 Δεκεμβρίου έως τις 15 Δεκεμβρίου 1897 υπογράφηκε το Σύμφωνο του Biak-na-Bato. Αυτό περιλάμβανε την παράδοση όλων των όπλων που είχαν οι επαναστάτες, αμνηστία για όσους συμμετείχαν στην επανάσταση, την εξορία της επαναστατικής ηγεσίας, και την πληρωμή 900.000 $ (μεξικανικό πέσο) από την ισπανική κυβέρνηση στους επαναστάτες σε τρεις δόσεις. Η τρίτη δόση θα δινόταν μόλις γινόταν η ανακοίνωση της γενικής αμνηστίας.
Μόλις έφυγαν από το Biak-na-Bato στις 24 Δεκεμβρίου 1897, ο Aguinaldo και δεκαοκτώ άλλοι κορυφαίοι αξιωματούχοι της επανάστασης, εξορίστηκαν στο Χονγκ Κονγκ με 400.000 $ (Μεξικό πέγκο) που πληρώθηκαν μέχρι τις 29 Δεκεμβρίου. Οι υπόλοιποι άνδρες πήραν 200.000 $ (μεξικανικό πέσο) και η τρίτη δόση δεν πληρώθηκε. Γενική αμνηστία δεν κηρύχθηκε ποτέ γιατί οι σποραδικές αψιμαχίες συνεχίζονταν.
Συνεχίζεται…