Η μάνα μου ήτανε πορτοκάλι
και ο πατέρας μου αποχυμωτής.
Εγώ υπήρξα, ανέκαθεν, το κουκούτσι
που σφήνωσε μες στα δόντια τους.
Τους άρεσε.
Κάλυπτα τα κενά τους.
Με ανέχονταν
μολονότι τους ενοχλούσα κάποιες φορές.
Μ’ έγλυφαν τρυφερά με τη γλώσσα τους.
Με βούρτσιζαν καθημερινά
με απαλές κινήσεις
και λέξεις.
Ώσπου μια μέρα
τα δόντια τους χάλασαν.
Όχι, δεν τα κατέστρεψα εγώ.
Τουλάχιστον, έτσι πιστεύω.
Πάντως, κάποια στιγμή
έπεσα κάτω στο χώμα.
Δύσκολη πτώση.
Τότε, για πρώτη φορά μου κατάλαβα
πως πρέπει να γίνω δέντρο
και να καρπίσω.
photo Phuongo / https://pixabay.com