Αέναη η μάχη μεταξύ αγαθού και κακού, φωτεινού και σκοτεινού, ομορφιάς και ασχήμιας στο χθεσινό κυριακάτικο όνειρό μου! Το όνειρο που έκοψε το νήμα που με συνέδεε με τη ζωή, το όνειρο που κόπηκε απότομα, καθώς μετά απ΄αυτό δεν επιθύμησα να ζήσω άλλο· κι επειδή στη ζήση μου στάθηκα κάλος άνθρωπος, ο Θεός άκουσε την επιθυμία μου και με τράβηξε μακριά απ’ τον κόσμο των ανθρώπων, ενσωματώνοντας στο άυλο σώμα μου, το επίσης άυλο σώμα της μονάκριβης κόρης μου αλλά και όλων όσων εξαϋλώθηκαν μαζί της και σύσσωμοι ενωθήκαν σ’ ένα σύννεφο κραυγής, που αποτυπώθηκε στα βαθύτερα στρώματα του Θεσσαλικού νυχτερινού ουρανού, εκείνη τη Δευτέρα τις 28 του Φλεβάρη του 2033 στα Τέμπη!
Από τόσο ψηλά, βλέπω την αρπαγή της πανέμορφης Περσεφόνης που έτυχε το πρώτο θύμα αρπάγης στο γήινο κόσμο από τον άρχοντα του σκότους Πλούτωνα που έσχισε τα σπλάχνα της γης για να εγκλωβίσει μέσα σ’ αυτά την όμορφη κόρη– εκείνη την Άνοιξη του μυθολογικού ημερολογίου 1000 χρόνια πριν από τη γέννηση του θεανθρώπου και 3000 πριν από σήμερα, λίγο πιο πάνω, στη Μακεδονία–!
Βλέπω την πτώση της καλλονής Ωρείθυιας πάνω στα βράχια του Αιγαίου, μετά από την αρπαγή της από τον Βορέα, το θεό του βόρειου ανέμου, εκείνη την επίσης προϊστορική Άνοιξη, λίγο πιο κάτω, στην Αττική!
Βλέπω την η αρπαγή της Ευρώπης από τον Δια, που γι’ αυτό του το εγχείρημα μεταμορφώθηκε σε ταύρο, Άνοιξη πάλι, στην άλλη πλευρά της Μεσογείου!
Βλέπω ακόμη και την αρπαγή της ψυχής από τον άγγελο του αναγεννησιακού ζωγράφου Μπουγκερό και πλήθος άλλων κοριτσιών που αποτέλεσαν αντικείμενο της επιθυμίας ενός παντοδύναμου θεού, που αδυνατεί η ανθρώπινη υπόσταση να κατανοήσει, που αδυνατεί να τον αντιμετωπίσει! Αδυνατεί να αντιπαρατεθεί μ΄ αυτόν τον μοιραίο θεό του οποίου η βούληση είναι αμετάκλητη, μη εξαρτώμενη από εκείνη των θνητών που αυταπατώνται ότι θα μπορούσαν ν’ αποτρέψουν αυτή την ολέθρια αρπαγή! Των θνητών, που δεν αντιλαμβάνονται τη δύναμη του πανίσχυρου κρυφού δαίμονα που ίπταται στην αέρινη ατμόσφαιρά τους.
Παραμονή Άνοιξης και ημέρα Δευτέρα σήμερα, του γρηγοριανού ημερολογίου του χριστιανικού έτους 2023 μ.Χ. Οι ανθισμένες νεραντζιές σκορπίζουν την ευωδιά τους στην αποβάθρα του σιδηροδρομικού σταθμού Αθήνας – Θεσσαλονίκης που σφύζει από ζωή κι ομορφιά, από έρωτα κι αγάπη, από τέχνη κι επιστήμη, από επιθυμία για επιστροφή στο σπίτι, από νεανικές συνευρέσεις στο κυλικείο με μουσική και καφέ, με το λαπ τοπ και το κινητό σε σύνδεση, με ραντεβού για την επόμενη μέρα, με προσδοκία για τη ζωή που ακολουθεί. Τη ζωή που βιώνουν οι ίδιοι, οι αγαπημένοι τους, τα όνειρα και τις προσδοκίες τους! Αυτή είναι και η κατάλληλη στιγμή για τον μη αποκωδικοποιημένοu δαίμονα! Η στιγμή που πρέπει ν’ αρπάξει το όμορφο γήινο υλικό με κάθε τρόπο! Η στιγμή που πρέπει να καταστρέψει την ομορφιά της νιότης και της προσδοκίας. Να αντιπαρατεθεί για ακόμη μια φορά με τους ανθρώπους, στη προαιώνια άνιση μεταξύ τους μάχη, μεταξύ καλού και κακού. Αυτή είναι η στιγμή που η ανθρώπινη υπόσταση αδυνατεί να συλλάβει, αυτή που έλαβε χώρα και στην προϊστορία της με την υπερφυσική απώλεια μυθολογικών κοριτσιών και κούρων.
Έτσι και τώρα, η ενέργεια των νεαρών ψυχών εκρήγνυται σ’ ένα σύννεφο με πολλά χρώματα, σκορπίζοντας μυρωδιά από μπαρούτι και καμένη σάρκα! Πολύνεκρο το ατύχημα! Είπαν ότι ήταν εθνική τραγωδία! Είπε ό,τι ήθελε ο καθένας, στο μέγιστο! Κι ύστερα το ίδιο τίποτα! Ενσταντανέ στο χρόνο μόνο τα απομεινάρια του ειδεχθή δαίμονα που προσωποποιήθηκε σε μια τρομακτική μορφή από καμένα και συμπυκνωμένα σίδερα, μια αλλόκοτη μορφή που ίπταται αιωρούμενη στο βραχίονα ενός γιγαντιαίου γερανού, για να τοποθετεί στα παλιοσίδερα.
Παιδί μου, σάρκα από τη σάρκα μου, μεγάλωσες πολύ γρήγορα και δεν πρόλαβα να σου πω ό,τι θα ήθελα! Δεν σου τα είπα όλα! Όμως ολ΄αυτά που δεν άκουσες από μένα εξ αιτίας των ανειλημμένων υποχρεώσεών μου προς τον σκυθρωπό εργοδότη μου, σκόπευα να σου τα πω αργότερα, τότε που τα συναισθήματα θα γίνονταν λέξεις και θα άγγιζαν το απόλυτα όμορφο. Η βούληση των θεών αμετάκλητη, κι εγώ με τα λόγια ανείπωτα, κρυμμένα! Λένε ότι όλα για κάποιο λόγο συμβαίνουν! Μπορεί η ζωή να σου επιφύλασσε κάτι πιότερο ολέθριο! Συγχώρεσέ με που δεν σου αγόρασα τότε εκείνη την πορσελάνινη κούκλα που ποτέ δεν μου ζήτησες, κι εγώ έκανα ότι δεν το είδα στα θλιμμένα παιδικά σου μάτια, δωρίζοντάς σου αντί γι΄αυτό που επιθυμούσες, ένα βιβλίο που ποτέ δεν διάβασες!
Δεν λυπάμαι μόνο γι’ αυτό που δεν μπόρεσα ν’ αποτρέψω, αλλά για ολ’ αυτά που δεν πρόλαβα να σου πω! Κόρη μου, θα σε θυμάμαι πάντα όμορφη και νέα, ταλαντούχα και ακμαία – ανεξίτηλη στο χρόνο, όπως σε ζήλεψε και σε άρπαξε ο άγνωστος θεός!
αφιερωμένο σ’ αυτούς που έφυγαν
photo geralt / https://pixabay.com