Μειώσατε τη σύνταξη κι αυξήσατε τους φόρους
αυξησατ’ όλες τις τιμές σε αγαθά και πόρους
το εθνικό μας το ψωμί το είπαμε ψωμάκι
και το ελεύθερο νερό το είπαμε νεράκι
επιπροσθέτως βάλατε και τέλος διοδίου
προβείτε σας παρακαλώ στο τέλος του φορτίου
προβείτε και σε κούρεμα τιμών κι εισοδημάτων
όλων αυτών που αισχροκερδούν κατά φτωχών στρωμάτων
Βένετοι, Ρούσιοι, Πράσινοι, ετέρψατε παρέα
τα κρουασάν τα γαλλικά και όλα τα ωραία
κι εμείς εκαταντήσαμε ρακένδυτοι ζητιάνοι
κι από αρχόντοι εγίναμε μικρούληδες και νάνοι
τη δύναμη του οβολού μας πήρατε απ’ το χέρι
κι αντί γι αυτήν μας δώσατε την ψήφο στ’ άλλο χέρι
για να σας εψηφιζουμε μες τη δημοκρατία
κι η ελπίδα μας να ξεψυχά ως την τετραετία
μπαξίσι στο εγγόνι μου δεν δύναμαι να δώσω
αφού μπαξίσι η σύνταξη, πώς να την αναλώσω;
χιόνια λευκά στην κόμη μου, καϊμαξαλάν του γέρου
εμέστωσα κι απέκτησα σοφία καλογέρου
τα τιμημένα νιάτα μoυ στη μνήμη μόνο μείναν
και τα στερνά τα γηρτειά από αυτήν εφύγαν
αφού αιδώς και λύπηση κατάντησαν και γίναν
αυτά που υποσχεθήκατε, περήφανα θα ήταν
όμως του γέρου η ευχή κρατάει στου χρόνου τη στιγμή
είθε οι απογόνοι μου να’ χουν καλύτερη ζωή.