Η κρίση πανικού περιγράφεται σαν ένα έντονο αίσθημα φόβου, το οποίο εμφανίζεται ξαφνικά. Δεν έχει μεγάλη διάρκεια αλλά παρουσιάζει έντονα σωματικά συμπτώματα. Στις μέρες μας, επηρεάζει περίπου το 2% του πληθυσμού και κυρίως τις γυναίκες. Η διαφορά της κρίσης πανικού με την διαταραχή πανικού, είναι ότι η διαταραχή συμβαίνει επαναλαμβανόμενα.
Δεν συντρέχουν πάντα “λογικές” αφορμές για να συμβεί η κρίση πανικού, συνήθως έρχεται χωρίς προειδοποίηση. Η ψυχολογία μας αναφέρει ότι η κύρια αιτία της κρίσης πανικού, είναι ο φόβος του θανάτου που κρύβεται πίσω της, και ο οποίος -όπως πάντα- εμφανίζεται με πολλές διαφορετικές δικαιολογίες: φόβος ότι θα επέλθει θάνατος, φόβος ότι θα υπάρξει γελοιοποίηση μέσα στο πλήθος, φόβος τρέλλας κ.λπ.
Τα συνήθη συμπτώματα στην κρίση πανικού, είναι ο έντονος φόβος, ταχυκαρδία, δυσκολία στην αναπνοή, μερικές φορές και ασφυξία που δίνει την εντύπωση στο άτομο ότι θα παραλύσει, εφίδρωση, πόνος στο στήθος, μούδιασμα των άκρων, και η πεποίθηση ότι επέρχεται “ένα τέλος”. Με λίγα λόγια, εμφανίζονται τα συμπτώματα που έχει ένα άτομο όταν βρίσκεται μπροστά σε πραγματικό κίνδυνο.
Γενικά, για την σωματική υγεία του ατόμου αυτά τα συμπτώματα δεν είναι επικίνδυνα, καθώς δεν διαρκούν πολλή ώρα. Όμως το άγχος που μένει στο άτομο, κυρίως από τον φόβο ότι η κρίση θα επανέλθει, είναι ικανή να επηρεάσει την γενικότερη λειτουργία του στην καθημερινότητα, να το οδηγήσει σε απομόνωση, κατάθλιψη, ακόμη και να το κάνει ευάλωτο σε χρήση ουσιών κ.λπ.
Η κρίση πανικού θεωρείται ψυχική διαταραχή, όπως και η κατάθλιψη. Μπορεί να εμφανιστεί λόγω κάποιου γεγονότος που δημιούργησε άγχος στο άτομο, όπως ένας χωρισμός, μια απώλεια, μια αλλαγή, ή κάποιο βίαιο γεγονός. Ενδείξεις για γενετική προδιάθεση (κληρονομικότητα), πιθανόν να παίξουν ρόλο σε αυτή την περίπτωση, αν δηλαδή υπάρχει μέλος της οικογένειας το οποίο έχει ιστορικό κατάθλιψης ή διαταραχής άγχους.
Η κρίση πανικού δημιουργεί τα σωματικά συμπτώματα, αλλά είναι αυτά τα ίδια τα σωματικά συμπτώματα που μπορούν να προκαλέσουν και την επόμενη κρίση πανικού, γιατί το άτομο τα αντιλαμβάνεται και τα συσχετίζει, με αποτέλεσμα να παρατηρεί τις μικρές αλλαγές στην διάθεση και στο σώμα του και να φοβάται (άρα και να πυροδοτεί) τις κρίσεις.
Το άτομο με τέτοια περιστατικά θα πρέπει να εξετάσει κάθε βιολογική και σωματική πλευρά της υγείας του, ώστε να απορρίψει κατ’ αρχάς το ενδεχόμενο να πάσχει από κάποια ασθένεια. Εφ΄όσον εστιάσει στην ίδια την κρίση πανικού, θα πρέπει να ενημερωθεί επαρκώς, ώστε να μην μεγαλοποιήσει το θέμα αυτό, που πέραν του άγχους δεν επιφέρει σωματικούς κινδύνους στην υγεία του.
Εναλλακτικά, θα πρέπει να εστιάσει στο να μάθει να ασκεί τεχνικές αναπνοής, οι οποίες την ώρα της κρίσης θα τον βοηθήσουν αρκετά.
Η ενημέρωση για τον φόβο και την αιτία του φόβου, θα βοηθήσει το άτομο να προσεγγίσει την ρίζα του προβλήματος, ανακαλύπτοντας τα βαθύτερα αίτια του άγχους που πυροδοτούν τις κρίσεις, με την βοήθεια της ψυχολογίας ή της ψυχοθεραπείας. Δεν θα πρέπει να καταφύγει στην απομόνωση, καθώς δεν πρόκειται για κάτι για το οποίο θα πρέπει να ντρέπεται.
Αντίθετα, θα πρέπει να κτανοήσει ότι είναι ένα πρόβλημα -δυστυχώς- διαδεδομένο στις μέρες μας, και για το οποίο η ψυχική ιατρική μπορεί να δώσει λύση.
photo https://pixabay.com/el/