Πολύς λόγος έχει γίνει για το τσιπάκι, κυρίως από ανθρώπους που δεν μπορούν να εξηγήσουν με επιστημονικούς όρους τί πραγματικά είναι αυτό και ποιές είναι οι συνέπειές του.
Την ίδια στιγμή, νοσοκομεία στις ΗΠΑ, ήδη χρησιμοποιούν την τεχνολογία RFID (radio frequency identification), ή “τσιπάκι” κατά την λαϊκότερη διάλεκτο, που δεν είναι άλλο παρά η νέα γενιά barcodes. Με λίγα λόγια, μέσω της χρήσης ραδιοσυχνοτήτων, γίνεται ανάγνωση των στοιχείων του επισκέπτη, και η ταυτοποίησή του. Ο κύριος σκοπός χρήσης αυτής της μορφής τεχνολογίας εδώ και χρόνια από τα αμερικανικά νοσοκομεία, είναι γιατί αφ’ ενός εξοικονομείται χρόνος, αφ’ ετέρου συγκεντρωτικά διατηρούνται πληροφορίες για το άτομο που είναι χρήσιμες για την διάγνωση παραγόντων περιβάλλοντος για τον ασθενή (θερμοκρασία, παλμοί κ.ο.κ.).
Υπάρχει όμως και ένας ακόμη λόγος για την χρήση της τεχνολογίας αυτής, και αυτό είναι η εξοικονόμηση σεβαστού ποσού χρημάτων, από την παραδοσιακή μορφή περίθαλψης, αφού η RFID θα αντικαταστήσει κατά πολύ τα περιττά νοσήλια. Η ιατρική παρακολούθηση ενός ασθενή θα γίνεται με απλούστερο και πιο συνοπτικό τρόπο με αυτή την μέθοδο.
Για την εδραίωση της μεθόδου, πραγματοποιήθηκε έρευνα κατά την διάρκεια χρήσης της RFID σε ασθενείς στους οποίους γινόταν χορήγηση ουσιών και αιμοληψία. Το αποτέλεσμα της έρευνας απέδειξε ότι οι μέθοδοι της RFID ήταν επαρκείς στο να προλαμβάνουν ιατρικά λάθη, ενώ και η ταυτοποίηση των στοιχείων του ασθενή ήταν σωστή.
Μάλιστα, και σε επίπεδο παρακολούθησης ασθενών, η μέθοδος αυτή αποδείχθηκε ουσιαστική, αφού με την παρακολούθηση της εισόδου του θαλάμου ήταν δυνατός ο έλεγχος του θαλάμου, του εξοπλισμού και των επισκεπτών και μάλιστα με ακρίβεια 100%. Κατ’ επέκταση, η μέθοδος μπορεί να είναι σωτήρια για ασθενείς με άνοια ή αλτσχάϊμερ, αφού η παρακολούθησή τους μπορεί να τους σώσει την ζωή.
Ακόμη πιο ουσιαστικά, αυτή η μέθοδος μπορεί να είναι επαρκής στο να αντιστοιχήσει μητέρα – βρέφος, ώστε να αποφευχθεί μελλοντικά κάθε απόπειρα απαγωγής ή αντικατάστασης βρέφους, κάτι που ήδη εφαρμόστηκε με επιτυχία σε νοσοκομείο της Βόρειας Καρολίνας.
Σε ένα άλλο επίπεδο, η RFID μπορεί να ελέγξει την αποφυγή λοιμώξεων, μέσω της ειδοποίησης για επαρκή ή μη υγιεινή του χώρου, ή των χεριών.
Το 2011 η μέθοδος εφαρμόστηκε ερευνητικά σε αλυσίδα εφοδιασμού εστίασης, και το αποτέλεσμα απέδειξε ότι η παρακολούθηση των δεδομένων μπορούσε να μειώσει τον απαιτούμενο χρόνο που συνήθως αφιερώνεται σε διοικητικά καθήκοντα, ή ακόμη και να βοηθήσει στο να εξοικονομούνται αποθέματα.
Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει τρόπος να ρυθμιστούν οι πληροφορίες που συλλέγει το RFID ανάλογα με την ανάγκη ή την χρήση για την οποία χρησιμοποιείται.
Αυτό το οποίο όμως μπορεί να εμποδίσει την ορθή λειτουργία της μεθόδου, είναι η ίδια η έλλειψη οργάνωσης ή ακόμη και οι δικλείδες ασφαλείας στην χρήση της, οι οποίες μπορεί να εγείρουν νομικά ζητήματα. Το ανθρώπινο λάθος είναι ένας εν δυνάμει παράγοντας, και φυσικά η ανησυχία για το απόρρητο των προσωπικών δεδομένων. Αυτός είναι και ένας σοβαρός λόγος, για τον οποίο η μέθοδος αυτή -αν και αποτελεσματική- παραμένει ακόμα σε σχεδόν πιλοτικό στάδιο.
Ένας άλλος λόγος, είναι το υψηλό κοστολόγιο για την ευρεία χρήση της, αφού το 2014, μια οικονομική μελέτη για το θέμα ανέφερε πως το κόστος ενός αισθητήρα RFID μπορεί να κοστίζει από 0,04 cents μέχρι 50 δολάρια. Οι αισθητήρες μπορεί να είναι μιας χρήσης ή επαναχρησιμοποιούμενοι, και αναλόγως να ανεβαίνει το κόστος τους. Η επαναχρησιμοποίησή τους είναι φυσικά άλλος ένας λόγος εξασφάλισης άρτιου αποτελέσματος.
Οι συσκευές ανάγνωσης ετικέτας RFID κυμαίνονται από 1.000 έως 3.000 δολλάρια, και φυσικά απαιτείται γι’ αυτές ένα λογισμικό, οι κατάλληλες συσκευές, υποδομές κ.ο.κ. Εδώ δημιουργούνται εύλογα οι ανησυχίες για πιθανές βλάβες συστήματος, παρεμβολές από άλλα μηχανήματα ή εξοπλισμό, ανάγκη ανανέωσης τεχνολογίας, παρεμπόδιση λειτουργίας από ιατρικούς εξοπλισμούς χαμηλότερης ή υψηλότερης τεχνολογίας κ.ο.κ. Αυτά θα μπορούσαν να δώσουν ψευδείς ενδείξεις, όπως ακόμη και η φυσική παρέμβαση σκόνης, ή άλλων αντικειμένων.
Το RFID όμως, το γνωστό μας «τσιπάκι», έχει κυρίως ένα εμπόδιο: τον φόβο για το απόρρητο και την ασφάλεια από την συλλογή προσωπικών δεδομένων, προσωπικών πληροφοριών, για λόγους που δεν είναι γνωστοί από τον πολίτη. Αυτή η ανησυχία μπορεί να υπερτερεί όλων των υπολοίπων. Ο φόβος της συλλογής στοιχείων που θα μπορούσαν για οποιουσδήποτε λόγους να γνωστοποιηθούν ή και να υποστούν υποκλοπή.
Αυτό κρατά την μέθοδο RFID ακόμη σε χαμηλό προφίλ, παρ’ όλη την αποτελεσματικότητα που φαίνεται να αποδεικνύει στις κατά καιρούς μελέτες.
πηγή https://news247.gr, photo flutie8211 / https://pixabay.com