Μα τι φασαρία είναι αυτή; αναρωτήθηκε η κυρία του διπλανού σπιτιού αφού πετάχτηκε αγουροξυπνημένη από τον ύπνο της. Κοίταξε το ρολόι και η ώρα ήταν ήδη δέκα το βράδυ.
Μαθημένη όπως ήταν να κοιμάται νωρίς, είχε ήδη χορτάσει με τον πρώτο ύπνο και ένιωθε έτοιμη για δράση.
Δεν άργησε να διαπιστώσει ότι η φασαρία ερχόταν από το γειτονικό σπίτι. Από εκείνους που ούτε έναν χαιρετισμό δεν της είχαν ανταλλάξει όλα αυτά τα χρόνια.
Καθώς η ίδια δεν είχε πολλές δουλειές καθημερινά καθόταν μπροστά στο παράθυρό της κ είχε θέα το απέναντι πλουσιόσπιτο. Στο νου της κατέγραφε με κάθε ακρίβεια κάθε τι μου συνέβαινε εκεί. Ποιος έμπαινε , ποιος έβγαινε , τι ρούχα φορούσαν τι αγόραζαν και οποιαδήποτε άλλη πληροφορία. Συγκέντρωνε στοιχεία αλλά δυστυχώς δεν είχε κάποιο πρόσωπο γνωστό της να τα μοιραστεί. Οι φίλες της όταν ανακάλυψαν την αδυναμία της στο σπορ που λέγεται κουτσομπολιό την έκαναν πέρα και έτσι εκείνη έμεινε μονάχη της να συγκεντρώνει κάθε ανούσια πληροφορία.
Μιας και απόψε ο ύπνος λόγο φασαρίας δεν θα την έπαιρνε ήταν η ιδανικότερη στιγμή να σταθεί στο παράθυρό της και να σημειώσει με κάθε σχολαστικότητα αυτά που θα έβλεπε.
Και θα είχε τόσο πολλά αφού οι γείτονες ήταν από καλή οικογένεια της περιοχής και οι καλεσμένοι τους προφανώς από τις καλύτερες οικογένειες. Συλλογιζόταν ότι όλη η αφρόκρεμα της καλής κοινωνίας θα έκανε ένα πέρασμα από τη γειτονιά τους ,επομένως και αυτή μέσα από τον παράθυρό της θα μπορούσε με άνεση να δώσει το δικό της παρόν.
Ευτυχώς που υπάρχουν και αυτά τα πάρτι και δίνουν κάποιο νόημα στη ζωή μου, της φάνηκε πως αυτή η σκέψη πέρασε αστραπιαία από το μυαλό της. Και αφού πήρε την κατάλληλη θέση ετοιμάστηκε να περάσει άγρυπνη και μόνη μπροστά στο παράθυρο μία ακόμη βραδιά.
Photo PublicDomainPictures / https://pixabay.com