ΕΜΜΟΝΗ
Δύσκολη η ώρα στην ανθρώπινη πληγή
το αίμα έγινε ποτάμι που δεν τρέχει
γέμισε ο τόπος από κόκκινα νερά
σα λίμνη αγιάτρευτη χωρίς ποτέ να βρέχει.
Πού να ακουμπήσει το κεφάλι ο δυστυχής
πώς να ταιριάξει στο απέραντο σφαγείο;
είναι λυμμένος ο καιρός απ’ τα δεσμά
δεν του αφήνει περιθώρια στο κρύο.
Περνάει ο χρόνος σαν χαμένη λογική
τοίχος πανύψηλος που υψώνεται στη σκέψη
ψάχνεις διέξοδο στον δρόμο του κακού
μα έχει πρότερα ο νούς βαθιά στερέψει.
Ανθρώπων έργα η μοναξιά σου και γυρνάς
σε τόπους έρημους και λάγνα μονοπάτια,
λίγες ελπίδες μες΄τα βρώμικα νερά,
και με ψυχή που αιμοραγεί σε δυό κομάτια.
Δένεις τον πόνο σε μαντήλι πιό σφιχτά
παίρνεις το δρόμο που σε φέρνει πάλι πίσω
σε πλάγια σκέψη να γλυτώσει η αυγή
και λες στο κόκκινο ποτάμι θα γυρίσω…
ΝΟΕΜΒΡΗΣ 2021