Στην αίθουσα Κωστής Παλαμάς του Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός ,στην Αθήνα , παρακολουθήσαμε την εξαιρετική ομιλία της αγαπημένης μου φίλης Δρ. Φιλολογίας Σοφίας Μωραΐτη με θέμα :
ΘΕΑΤΡΙΚΕΣ ΠΙΝΕΛΛΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ : ΓΙΩΡΓΟΣ ΘΕΟΤΟΚΑΣ – ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ – ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΦΡΑΓΚΟΠΟΥΛΟΣ
Τρία θεατρικά έργα, τριών μεγάλων Ελλήνων συγγραφέων των Γιώργου Θεοτοκά, Νίκου Καζαντζάκη και Θεόφιλου Φραγκόπουλου με κοινό θέμα την ζωή του Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια ήταν το θέμα της εκδήλωσης στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιου του Φιλολογικού Συλλόγου ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ.
Ο Γιώργος Θεοτοκάς ήταν ένας από τους εκπροσώπους και τους κορυφαίους διανοητές της γενιάς του ’30, με δημοσιεύσεις άρθρων σε εφημερίδες και σε περιοδικά. Γνωστός για τα μυθιστορήματα – Αργώ, Το Δαιμόνιο, Λεωνής κ.ά., διετέλεσε Διευθυντής του Εθνικού θεάτρου και Πρόεδρος του Δ.Σ. του Κρατικού θεάτρου Βορείου Ελλάδος.
Έγραψε το θεατρικό του έργο Αντάρα στ’ Ανάπλιτο 1941. Εκδόθηκε στην Αθήνα το 1944, με τον τίτλο «Γιώργου Θεοτοκά, Θέατρο, από τις Εκδόσεις «ΑΛΦΑ» Ι. Μ. ΣΚΑΖΙΚΗ και περιγράφει τα σημαντικά γεγονότα της τελευταίας χρονιάς της διακυβέρνησης του Πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδος. Το έργο ανέβηκε από το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 200 χρόνων από την γέννηση του πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδος Ιωάννη Καποδίστρια και είχε 6 μόνο παραστάσεις.
Από το γραφείο του Καποδίστρια περνούν σημαντικά πρόσωπα της ελληνικής ιστορίας οι Μαυρομιχαλαίοι που θα τον δολοφονήσουν, ο Ναύαρχος, ο Αξιωματικός, στρατιώτες, κληρικοί, ο χορός των γυναικών και τέλος ο από μηχανής θεός ο Άγιος Σπυρίδωνας. Ο Κυβερνήτης δηλώνει ότι «η επανάσταση τελείωσε» και ότι το Μετεπαναστατικό κράτος εκφράζει την ανάγκη της οργάνωσης, της τάξης και της πειθαρχίας. Αντίθετα οι αντίπαλοί του είναι οι φορείς του πνεύματος της Αέναης επανάστασης που δεν δέχεται κανένα φραγμό στην πορεία της προς τα εμπρός. Το φονικό θα γίνει, όπως λένε οι Μαυρομιχαλαίοι, για «την άγια μας λευτεριά», αφού ο λαός είναι τώρα «άβουλος και άστατος» και δεν αντιδρά γιατί βρίσκεται σε σύγχυση. Πυροβολούν και σκοτώνουν τον Κυβερνήτη. Οι ακόλουθοι του Κυβερνήτη σκοτώνουν τον Κωνσταντή και λυντσάρουν τον Γιωργή, που παρακαλεί για «ομόνοια». Κοινή λέξη στον Θεοτοκά και στον Καζαντζάκη.
Ο Κρητικός συγγραφέας και διανοητής Νίκος Καζαντζάκης (1883-1957), από τους σημαντικότερους σύγχρονους Έλληνες λογοτέχνες, έγραψε τον δικό του Καποδίστρια το 1944. Το έργο ανέβηκε στον Εθνικό θέατρο σε πανηγυρική παράσταση στις 25 Μαρτίου 1946. Την σκηνοθεσία του έργου επιμελήθηκε ο Σωκράτης Καραντινός και τις σκηνογραφίες και ενδυμασίες ο Νίκος Εγγονόπουλος.
Ήδη από την αρχή της τραγωδίας όλα προοιωνίζουν το τέλος του Κυβερνήτη και το άγνωστο της επόμενης ημέρας : το ολονύχτιο κλάμα του σκύλου-φύλακα του Κυβερνείου και το σημείωμα που επιβεβαιώνει την υποψία – φήμη για την δολοφονία του. Μέσα στο απλό, σκοτεινό δωμάτιο του γραφείου του, με το γραφείο – έπιπλο γεμάτο χαρτιά και το σύμβολο του μυθικού Φοίνικα που αναγεννιέται στον ένα τοίχο, θα συνομιλήσουν τα πρόσωπα που έπαιξαν καταλυτικό ρόλο, τόσο στην διάρκεια της Επανάστασης του 1821, όσο και στην διαδικασία της θεμελίωσης του νέου κράτους. Ο Μακρυγιάννης, ο Κολοκοτρώνης, ο εξομολογητής του Κυβερνήτη, οι δύο πληροφοριοδότες, ο Υδραίος πλοίαρχος Γκίκας και οι δύο δολοφόνοι του Κωνσταντής και Γιωργάκης Μαυρομιχάλης.
Παρά το γεγονός ότι ο Καποδίστριας εμφανίζεται ενωτικός οι άνδρες που εκπροσωπούν συγκεκριμένα κοινωνικά στρώματα και περιοχές της Ελλάδος Κολοκοτρώνης, Γκίκας, Μαυρομιχάλης χρησιμοποιούν ένα σκληρό, υποτιμητικό και ψευδές λεξιλόγιο προκειμένου να ξεσηκώσουν όλους εναντίον του. Ο μόνος που προσπαθεί μάταια, να αλλάξει το κλίμα είναι ο Μακρυγιάννης. Χρησιμοποιεί αρνητικούς χαρακτηρισμούς εναντίον τους και τους υπενθυμίζει τα δικά τους σοβαρά ελαττώματα και τις δικές τους απρεπείς συμπεριφορές. Η ρήξη είναι οριστική εφόσον κανείς δε φαίνεται διατεθειμένος να υποχωρήσει από την διεκδίκηση του προσωπικού του κέρδους. Λέξεις όπως Ελλάδα, ελευθερία, αρετή παρερμηνεύονται τόσο, ώστε χάνουν τελικά την σημασία τους. Καπεταναίοι, Κοτζαμπάσηδες, Αρματωλοί και Κλέφτες επιμένουν στις οικονομικές απαιτήσεις τους.
Η ξεχωριστή προσωπικότητα του πρώτου Κυβερνήτη και ο καθαρά ενωτικός λόγος του σε όλη την διάρκεια του έργου με λέξεις που αναβλύζουν την αγάπη, το όραμα, και την επιλογή του για την θυσία, αλλά και η τελευταία λέξη του την ώρα που ξεψυχά «ομόνοια» απηχούν την διάσταση των αντιλήψεων κατά την θλιβερή περίοδο της παραμονής του στην εξουσία. Και τα λόγια του Μακρυγιάννη «σκύβω και προσκυνώ το λείψανό σου, Ελλάδα» είναι αυτά που κλείνουν το θεατρικό έργο του Ν. Καζαντζάκη «Ο Καποδίστριας» και σηματοδοτούν την διάλυση του ιδεαλιστικού οράματός του πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδος Ιωάννη Καποδίστρια, η οποία οδήγησε τελικά στο χάος.
Το τρίτο θεατρικό έργο της παρουσίασης είναι ο «Καποδίστριας» του Θεόφιλου Δ. Φραγκόπουλου. Ο Θεόφιλος Δ. Φραγκόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1923 και πέθανε το 1998. Γόνος δύο παλαιών και γνωστών οικογενειών : οι Φραγκόπουλοι ήταν γνωστοί ευγενείς της Ζακύνθου και η μητέρα του καταγόταν από τους Θεοτόκη της Κέρκυρας. Την λογοτεχνική και πνευματική αυτή κληρονομιά δεν την απέκρυψε, ούτε και την αγνόησε κάνοντας αναφορές στα βιογραφικά του σημειώματα για τούς δικαστικό παππού και πατέρα του, που ήταν Πρόεδρος Στρατοδικείου, αλλά και για την μητέρα του, αδελφός της οποίας ήταν ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης και συγγενής της ο Ιάκωβος Πολυλάς.
Η πρώτη παρουσίαση του θεατρικού έργου του Φραγκόπουλου «Καποδίστριας» έγινε με μια θεατρική ανάγνωση στο σπίτι του Κωνσταντίνου Τσάτσου της οδού Κυδαθηναίων 9, στην Πλάκα, την Κυριακή 3 Ιανουαρίου 1954. Το κοινό που την παρακολούθησε ήταν εφοδιασμένο με προσκλήσεις. Το έργο τυπώθηκε τον Αύγουστο του 1959 σε 340 αντίτυπα. Το εξώφυλλο του βιβλίου ήταν από παλιά χαλκογραφία που ανήκε στον Ρόδη Ρούφο και η τυπογραφική φροντίδα έγινε από τον Εμμανουήλ Κάσδαγλη.
Από τα έξη πρόσωπα του έργου, τα τρία: οι Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, Κωνσταντίνος Καρατζάς και Ανδρέας Μουστοξύδης έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην προεπαναστατική, επαναστατική και μετεπαναστατική περίοδο της ελληνικής ιστορίας. Ο αφηγητής εισάγει τον θεατή στην υπόθεση του έργου που εκτυλίσσεται στην Αίγινα του 1856, 25 χρόνια μετά την δολοφονία του Κυβερνήτη και μέσα στο «άβολο, άχαρο και κάπως παραμελημένο» γραφείο του Μαυροκορδάτου, και περιγράφει τον χώρο και τον ήρωα. Ο Μαυροκορδάτος, έξη φορές πρωθυπουργός, φτωχός και μόνος, είχε αποσυρθεί από την πολιτική μετά την παραίτησή του από την πρωθυπουργία τον Σεπτέμβριο του 1855. Φίλος και προστατευόμενος των Άγγλων, οι οποίοι υποστήριζαν το πολιτικό κόμμα του. Συντροφιά του ο μοναδικός, ηλικιωμένος και αυτός, υπηρέτης του, ο Φίλιππος, ο οποίος εμφανίζεται στην σκηνή φέρνοντας μέσα σε ένα δίσκο την αλληλογραφία. Ατμόσφαιρα μάλλον απογοητευτική με τον ήρωα κουρασμένο, απογοητευμένο και αδιάφορο για ό,τι συμβαίνει γύρω του. Στην ερώτησή του εάν υπάρχει επιστολή από Παρίσι, ο Φίλιππος αναφέρει δύο : η μία από την Δούκισσα της Πλακεντίας – μνεία στην αισθηματική σχέση των δύο προσώπων στο παρελθόν – και η άλλη από τον Ναύαρχο Κανάρη που τότε υπηρετούσε ως πρέσβης της Ελλάδος στην γαλλική πρωτεύουσα. Η τελευταία αυτή επιστολή, το περιεχόμενο της οποίας ενημερώνει για σημαντικά γεγονότα, διαβάζεται από τον Φίλιππο στο τέλος του έργου και με την ανάγνωση της πέφτει η αυλαία.
Στην συνέχεια ο Φίλιππος ανακοινώνει την άφιξη του εξαδέλφου του Πρίγκιπα Κωνσταντίνου Καρατζά, ο οποίος εξηγεί τους λόγους της ξαφνικής επίσκεψής του : το καράβι που τον πήγαινε στην Καισάρεια όπου θα δίδασκε σε ελληνικό σχολείο, έπιασε στην Αίγινα και αποφάσισε να περάσει να χαιρετίσει τον Μαυροκορδάτο. Από τον διάλογό τους είναι φανερή η αντίθεση ανάμεσα στους δύο άνδρες : ο Μαυροκορδάτος έχει παραιτηθεί λόγω γήρατος, ενώ ο Καρατζάς διατηρεί όλο τον νεανικό ενθουσιασμό του. Η συζήτηση στρέφεται στον Καποδίστρια και ο Καρατζάς ρωτά ευθέως τον Μαυροκορδάτο αναφέροντας το όνομα του Κυβερνήτη, από ποιον σφαγιάσθηκε και προετοιμάζει, κατ’ αυτόν τον τρόπο, την είσοδο στην σκηνή των δύο Κερκυραίων. Ο Μαυροκορδάτος παραδέχεται ότι δεν έκανε κάτι για να εμποδίσει την δολοφονία του Καποδίστρια.
Οι δύο ξένοι επισκέπτες που έρχονται και ζητούν να συναντήσουν τον πρώην Πρωθυπουργό τούς είναι αρχικά άγνωστοι. Από την κάρτα του Μουστοξύδη υποψιάζονται ότι είναι Επτανήσιοι. Μετά τις απαραίτητες χειραψίες και την επιβεβαίωση ότι είναι Κερκυραίοι, ο Μουστοξύδης συστήνει τον Κόμη Ιωάννη Καποδίστρια που δεν είναι άλλος από τον νεώτεροι αδελφό τού Κυβερνήτη, Ιωάννη – Γεώργιο. Η έκπληξη τόσο του Μαυροκορδάτου όσο και του Καρατζά είναι μεγάλη στο άκουσμα του πρώτου ονόματος. Δηλώνουν ότι γνώριζαν μόνο τα δύο αδέλφια του Κυβερνήτη, τον Βιάρο και τον Αυγουστίνο. Ο Ιωάννης – Γεώργιος ήταν τότε πολύ μικρός για να εμφανιστεί στο προσκήνιο, όπως λέει, και εξηγεί τους λόγους της επίσκεψής τους : θέλει να μάθει το γιατί, το ποιος και το ποιον. Δηλαδή, γιατί έγινε το φονικό, ποιος φταίει και ποιον πρέπει να εκδικηθούν για την απώλεια. Ο πρώην πρωθυπουργός παραδέχεται ότι δεν ήθελε την δολοφονία, την γνώριζε, αλλά δεν μπόρεσε να κάνει κάτι για να την αποτρέψει. Μίλησε στους φίλους του που ήταν οι αντιπολιτευόμενοι του Κυβερνήτη. Τους Μανιάτες, τους Υδραίους. Τους Κοτζαμπάσηδες. Τους είπε ότι ο Κυβερνήτης ήταν η ελπίδα για τον τόπο. Δεν τον άκουσαν.
Συνειδησιακό και ρεαλιστικό το τελευταίο δράμα, ένα πολιτικό θρίλερ θα λέγαμε σήμερα με θέμα μια χώρα που παλεύει μεταξύ νόμου και συμφερόντων, ακυβερνησίας και ελευθερίας. Μεταξύ Ανατολής και Δύσης.
Τρεις θεατρικοί συγγραφείς και σημαντικοί Έλληνες λογοτέχνες Γιώργος Θεοτοκάς, Νίκος Καζαντζάκης, Θεόφιλος Φραγκόπουλος ζωγράφισαν με τις λέξεις τους τον προικισμένο με αρετές Έλληνα, τον πρώτο πολιτικό που θυσίασε την περιουσία του, την λαμπρή σταδιοδρομία του στο εξωτερικό και τέλος την ζωή του για το όραμά του: την Ελλάδα. Περιέγραψαν όλους όσοι βρίσκονταν κοντά του, αλλά και μέσα στα όρια της μικρής ακόμη ελεύθερης πατρίδας.