Ο Θουκυδίδης, αρχαίος Έλληνας ιστορικός, γνωστός για τη συγγραφή της Ιστορίας του Πελοποννησιακού Πολέμου μεταξύ της Αθήνας και της Σπάρτης αναγνωρίζεται ως ένας από τους πρώτους αληθινούς ιστορικούς.
Με την εισαγωγή της μεθόδου της ιστορικής αιτιότητας, δηλαδή της αναζήτησης των βαθύτερων αιτιών ενός γεγονότος, υπήρξε ο πρώτος που προσέγγισε με επιστημονικό τρόπο την ιστορία, συμβουλευόταν σε μεγάλο βαθμό γραπτά ντοκουμέντα και συνομιλούσε με ανθρώπους που συμμετείχαν ή και πρωταγωνίστησαν στα γεγονότα τα οποία περιέγραφε.
Επίσης άξιο προσοχής αποτελεί το ότι είχε συναίσθηση της σπουδαιότητας που θα είχε το έργο του για τις μελλοντικές γενιές. Το ιστορικό κείμενό του άσκησε μεγάλη επιρροή σε ιστορικούς και μελετάται ως σήμερα από πολιτικούς επιστήμονες, καθώς θεωρείται ο πατέρας του πολιτικού ρεαλισμού ως προσέγγιση στη μελέτη των διεθνών σχέσεων. Ο πόλεμος αυτός καταγράφεται από το «θεμελιωτή της επιστημονικής ιστοριογραφίας», το Θουκυδίδη, ο οποίος εύχεται να καταστεί η συγγραφή του κτῆμα ἐς ἀεὶ, επιθυμία που πραγματοποιήθηκε, αφού εδώ και 2.500 χρόνια, το έργο του παραμένει επίκαιρο προσφέροντας στους αναγνώστες ένα απαραίτητο πολεμικό αλλά και πολιτικό εγχειρίδιο, από το οποίο αντλούν πληροφορίες για τα γεγονότα, αποκτώντας ταυτόχρονα διαχρονικά διδάγματα για την ανθρώπινη φύση, ώστε να μπορούν να κατανοήσουν και να αντιμετωπίσουν αντίστοιχες καταστάσεις στην προσωπική τους ζωή.
Ο Θουκυδίδης, στο Γ΄ βιβλίο της Ιστορίας του διακόπτει την ιστορική αφήγηση και προβαίνει σε μια γενική θεώρηση των επιπτώσεων του πολέμου σε κοινωνικό, πολιτικό και ψυχολογικό επίπεδο. Η Παθολογία του πολέμου, όπως ονομάστηκε αυτή η παρέκβασή του, βασίζεται στον εμφύλιο πόλεμο της Κέρκυρας αλλά αφορά όλες τις ελληνικές πόλεις, καθώς όπως επισημαίνει ο ιστορικός: «παντού σημειώθηκαν εμφύλιοι σπαραγμοί». Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι ο Θουκυδίδης παρεμβάλλει στα ιστορικά γεγονότα τις προσωπικές του κρίσεις για τα αποτελέσματα του πολέμου, όταν όλο το έργο του διαπνέεται από την αντικειμενικότητα και τη λογική σκέψη, χωρίς καμία εμπλοκή συναισθηματικής και μεταφυσικής προσέγγισης.
Μπορεί όμως κανείς να αιτιολογήσει την κοινωνιολογική θέαση των πολεμικών συρράξεων μέσα από την παραδοχή του ότι: «Οι εμφύλιες συγκρούσεις έφεραν μεγάλες και αμέτρητες συμφορές στις πολιτείες, συμφορές που γίνονται και θα γίνονται πάντα όσο δεν αλλάζει η φύση του ανθρώπου…». Ο ιστορικός μέσα από αυτή τη διεύρυνση της σύγκρουσης των Κερκυραίων σε διαμάχη δημοκρατικών και ολιγαρχικών απανταχού του ελληνικού κόσμου, επικεντρώνεται στην ψυχολογία του ανθρώπου, ερμηνεύοντας τη σύγκρουση «ως μια βασική εκδήλωση της ανθρώπινης φύσης, αποτέλεσμα των κομματικών και ατομικών παθών που απελευθερώνει, διαστρεβλώνοντας το γλωσσικό νόημα και την ηθική περιγραφή», όπως επισημαίνει ο Zagorin.
Ο εμφύλιος πόλεμος της Κέρκυρας θεωρείται από το Θουκυδίδη ο αγριότερος που είχε συμβεί μέχρι τότε και αποτελούσε ένα έξοχο παράδειγμα προς μελέτη. Αυτός ο υποκινητής των παθών ανατρέπει όλες τις αξίες που επικρατούν σε περίοδο ειρήνης και αλλάζει τρομακτικά τη χρήση των εννοιών κατά τον Lesky. Ο Θουκυδίδης τονίζει τις επιπτώσεις του πολέμου μέσα από την αντίθεση των καταστάσεων που επικρατούν σε περίοδο ειρήνης και σε περίοδο συρράξεων.
Σε καιρό ειρήνης οι πόλεις και οι πολίτες υιοθετούν μια ηθική και ευγενή στάση γιατί δεν πιέζονται από φοβερές ανάγκες. Αντίθετα, ο πόλεμος οδηγεί τους ανθρώπους σε στέρηση και η καθημερινή τους ευμάρεια μετατρέπεται σε προκλητικότητα, βιαιότητα και μεταστροφή των αρχών και των αξιών. Ο ιστορικός, πολύ εύστοχα, δίνει στον πόλεμο το πρόσωπο του δασκάλου της βίας. Αυτή η κατάσταση διαμορφώνει τις συμπεριφορές των ανθρώπων, καθώς προτάσσονται η βιαιότητα και η ανηθικότητα, η κυριαρχία του ενστίκτου της αυτοσυντήρησης, η διαστροφή των ηθών, ο δόλος και ο ανταγωνισμός, η ωμότητα της σκέψης και των πράξεων.
Η σημασία και η αξία των απόψεων του Θουκυδίδη γίνονται εμφανείς από το γεγονός ότι παρόμοιοι προβληματισμοί για τη χρήση της γλώσσας και τα πάθη που προκαλούνται από τον εμφύλιο πόλεμο εκφράζονται και στη σύγχρονη εποχή.
Ο George Orwell στο ουτοπικό μυθιστόρημά του «1984», περιγράφει μια κοινωνία ασφυκτικά ελεγχόμενη από την εξουσία όπου και εκεί η γλώσσα γίνεται όπλο στα χέρια του κυβερνώντος κόμματος που αλλάζει τις σημασίες των λέξεων για να μαζοποιήσει και να χειραγωγήσει. Τα τρία συνθήματα που επικρατούν στο «1984» είναι «Ο πόλεμος είναι ειρήνη», «Η ελευθερία είναι σκλαβιά» και «Η άγνοια είναι δύναμη». Μέσα σε αυτό το πλαίσιο το Υπουργείο Ειρήνης ασχολείται με τον πόλεμο, το Υπουργείο Αλήθειας με το ψέμα, το Υπουργείο Αγάπης με τα βασανιστήρια.
Συμπερασματικά, μπορεί κανείς να πει ότι η προσέγγιση της σκέψης του Θουκυδίδη με βάση τη στάση της Κέρκυρας ως επιθυμία να αφήσει ένα «κτήμα ες αεί» έγινε πράξη. Η κοινωνική πραγματικότητα στην οποία συντελείται αυτός ο πόλεμος κυριαρχείται από την εύθραυστη ισορροπία μεταξύ των δύο πλευρών, ολιγαρχικών και δημοκρατικών, η διατάραξη της οποίας δημιουργεί την εμφύλια σύγκρουση. Το ξέσπασμα της σύρραξης σηματοδοτεί τον ανηλεή αγώνα των παρατάξεων για την απόκτηση της εξουσίας. Κι αν η παραφθορά της γλώσσας είναι μόνο μια πλευρά της ανθρώπινης αγωνίας για την υπερίσχυση έναντι των άλλων, ας σκεφτούμε πόσες ακόμα πλευρές φανέρωσε ο Θουκυδίδης στο έργο του και ιδιαίτερα στην Παθολογία του ώστε τελικά να ξεγυμνώσει την απανθρωπιά του ανθρώπου…