Βασισμένο σε αληθινά γενονότα – μια ιστορία σε συνέχειες
Στο προηγούμενο μέρος: Ο Τηλέμαχος εμφανίζεται για πρώτη φορά στην αυλή ζητώντας δωμάτιο για την αδελφή του – εκεί γνωρίζει τη Σεβαστή.
Γη, τροχοί και αρραβώνες
Εφερα μια καρέκλα από το δωμάτιο και του είπα: «Καθίστε, κύριε» και τότε γύρισε το κεφάλι του για πρώτη φορά και με κοίταξε. Μα δε θα το ξεχάσω αυτό το βλέμμα… Όταν γύρισε να μου πει «ευχαριστώ» αφού του έφερα την καρέκλα να καθίσει, με κάρφωσε με τα πράσινα μάτια του από πάνω μέχρι κάτω. Τι εντύπωση πρέπει να του έκανα! Εντάξει, μια γυναίκα, έστω και εκκολαπτόμενη δεσποινίδα, έχει την διαίσθηση να καταλάβει όταν κάποιος την κοιτάζει με ποιο τρόπο την κοιτάει.
Εγώ δεν του έδωσα σημασία, γιατί τον είδα επίσημα ντυμένο και με το μουστάκι του, πού να φανταστώ ότι υπήρχε προοπτική. Μου είπε: «Ευχαριστώ, Δεσποινίς». Τους έφερα ένα φύλλο από το τετράδιό μου, έσκισα ένα από τα φύλλα και τους έφερα ένα στυλό, πένα με μελάνι, μέσα από το δωμάτιο που χρησιμοποιούσα για να μελετώ και εκείνος συνέταξε το συμφωνητικό μόνος του. Ο πατέρας μου ήξερε γράμματα επίσης γιατί χρειαζόταν μόνο μια τάξη για να τελειώσει το γυμνάσιο, αλλά άφησε αυτό το έργο στον άνδρα με τη στολή. Εγώ στάθηκα από πάνω του βλέποντας τον να γράφει και θυμάμαι που σκέφτηκα με θαυμασμό: «Αυτός ξέρει καλά γράμματα». Είχε πολύ ωραίο γραφικό χαρακτήρα και έγραφε ορθογραφημένα. Εγώ ήμουν πολύ καλή μαθήτρια, έπιανα πουλιά στον αέρα και θα έβλεπα εύκολα τα λάθη.
Μετά που χαιρετήθηκαν και πλήρωσε την προκαταβολή στον πατέρα μου, κανόνισε και έφερε την αδερφή του. Πήγε στο Μοναστηράκι και της αγόρασε ένα ντιβάνι, ένα στρώμα, μια ντουλάπα για να βάζει τα ρούχα της, ένα τραπεζάκι, δύο καρέκλες και μια γκαζιέρα για να μαγειρεύει. Λιτά πράγματα. Εγώ ήμουν αυτή που του έδειξε το δωμάτιο επειδή ο πατέρας μου είπε: «Άνοιξε να δει το δωμάτιο ο κύριος» αλλά ντράπηκα γιατί ακόμα ήταν εκεί μια σκάφη στη μέση με τα νερά και είπα: «Συγγνώμη, συγγνώμη, δεν πρόλαβα να μαζέψω». Αυτός είπε: «Δεν πειράζει, Δεσποινίς». Εκείνη τη μέρα μάζεψα τα πράγματά μου και τα πήρα πίσω στο δωμάτιο της οικογένειάς μας, το βρήκε την επόμενη έτοιμο.
Την άλλη μέρα, έφερε τα πράγματα και τα έστησε και την μεθεπόμενη έφερε και την αδερφή του. Όταν την έφερε, την παρουσίασε στους γονείς μου και είπε: «Από εδώ είναι η αδερφή μου», αλλά δεν ήμουν μπροστά για να το δω, ήμουν στο σχολείο. Μου είπαν ότι της είπε: «Από εδώ και μπρος ό,τι χρειαστείς, από την κυρία Μαρία. Μην έρθω ξαφνικά και σε βρω στη γειτονιά, θα φύγεις με το ίδιο εισιτήριο και θα σε στείλω πίσω στο χωριό όπως ήρθες». Εννοούσε να μένει στο σπίτι. Οτιδήποτε χρειαζόταν σε βοήθεια, έπρεπε να ζητήσει την κυρία Μαρία. Αν ήθελε να κάνει κουβέντα, αν ήθελε να βγει για φρέσκο αέρα ή να ξεκαθαρίσει το μυαλό της, έπρεπε να πάει στην κυρία Μαρία. Αυτό ήταν για να αποφευχθεί να περιφέρεται στη γειτονιά και να φυλάττει τη φήμη και την τιμή της.
Αυτή ήταν 37 ή 38 χρονών, μεγαλοκοπέλα πια επειδή δεν ήταν εύκολο για εκείνη να βρει άνδρα στο χωριό. Ήταν επίσης υπερήφανη επειδή ήταν η μοναχοκόρη της οικογένειας. Είχε μάθει να δουλεύει και ήταν κεντρίστρα, είχε μηχανή κεντήματος και έκανε κεντήματα για τα κορίτσια που παντρεύονταν, οπότε κοίταζε κατάματα τους άλλους ανθρώπους. Η οικογένειά της τη θεωρούσε σπουδαίο πρόσωπο επειδή έκανε δουλειές του σπιτιού και δε δούλευε στα χωράφια, όπως οι άλλες χωριάτισσες. Η μητέρα της ήταν που πήγαινε στα χωράφια το πρωί και μέχρι και νερό κουβαλούσε για τη μοναχοκόρη της όταν επέστρεφε.
Η μητέρα μου την συμπάθησε, την πονούσε. Επειδή ήταν εδώ μόνη, έκλαιγε συχνά και δεν της άρεσε η Αθήνα. Η μητέρα μου πρέπει να τη συναισθανόταν, διότι όπως αυτή άφησε την οικογένειά της και ήρθε εδώ χωρίς να ξέρει κανέναν, ήξερε πόσο δύσκολο ήταν αυτό. Και μερικές φορές την βοηθούσαμε να ετοιμαστεί. Η αδερφή μου και εγώ της χτενίζαμε τα μαλλιά μαζί, επειδή όταν έψαχνε για σύζυγο, πήγαινε σε ραντεβού για να γνωριστεί με την οικογένεια. Είχε ένα γλυκό πρόσωπο, καλοστεκούμενη, αλλά όπως σου είπα ήταν μια κοπέλα από την επαρχία και μεγάλη σε ηλικία και είχε δυσκολίες να βρει γαμπρό.
Ο Τηλέμαχος όμως έπρεπε να παντρέψει πρώτα την αδερφή του πριν παντρευτεί αυτός -ήταν υποχρεώσή του. Συνειδητοποιώντας όμως ότι είχε μεγάλη δυσκολία να την παντρέψει υπό τις συνθήκες που είχαν, σκέφτηκε και βρήκε μια λύση γι’ αυτό.
Κατέβηκε στο χωριό, όπου έκανε ένα οικογενειακό συμβούλιο και είπε: «Ήρθα για τον εξής σκοπό» μιλώντας απευθείας στην Αρίστη, τη γυναίκα του αδερφού του. «Αν θέλει η Αρίστη να δώσει τα λεφτά που της έστειλε ως προίκα ο θείος της από την Αμερική, ώστε να μπορέσω να αγοράσω κάτι στην Αθήνα στο όνομα της Ελένης και να μπορέσω να την παντρέψω σωστά, καλώς. Αλλά αν δε δώσει αυτά τα λεφτά, θα σας στείλω την Ελένη πίσω και θα την έχετε όλη σας τη ζωή στην πλάτη. Εις αντικατάσταση των χρημάτων αυτών, από την πατρική περιουσία που μου ανήκει, παραιτούμαι υπέρ της νύφης μου. Οτιδήποτε μου ανήκει από την πατρική κληρονομιά θα το πάρει η νύφη μου. Συμφωνείς, Αρίστη;»
Η Αρίστη ήταν μικρή τότε και δεν καταλάβαινε πολλά πράγματα, οπότε όταν άκουσε ότι θα στείλουν πίσω την αδελφή του συζύγου της και θα την έχουν για όλη τη ζωή της, αποδέχτηκε. Είπε: «Εντάξει, Τηλέμαχε, εντάξει». Την ίδια στιγμή, ο πεθερός μου έγραψε στο όνομά της τα καλύτερα κτήματα ως αντικατάσταση των χρημάτων που έδωσε. Παίρνοντας αυτά τα χρήματα και ερχόμενος στην Αθήνα, ο Τηλέμαχος έψαξε και βρήκε ένα οικόπεδο στο Γαλάτσι, που την εποχή εκείνη ήταν οικόπεδα που καλλιεργούσαν άνθη. Βρήκε ένα αρκετά μεγάλο οικόπεδο, εξακόσια τετραγωνικά μέτρα. Υπήρχε επίσης ένα δωμάτιο με πλίνθες, πλινθόκτιστο όπως τα λέγανε. Αγόρασε αυτό το οικόπεδο στο όνομα της αδελφής του και με αυτό το έγγραφο στο χέρι, έφτασε στο σημείο και βρήκε γαμπρό.
Τον Τηλέμαχο δεν τον ένοιαζε που δε θα λάμβανε τίποτα από την κληρονομική περιουσία. Αυτά τα ακίνητα βρίσκονταν κάτω στην Πελοπόννησο και αυτός δεν είχε καμία πρόθεση να επιστρέψει εκεί. Είχε τον μισθό του στην Αθήνα. Κράτησε τον λόγο του, ακόμα και όταν ο πατέρας του πέθανε και άφησε διαθήκη, που τη βρήκαν μετά τον θάνατό του. Σε αυτήν τη διαθήκη τού είχε αφήσει ένα κτήμα με κάτι ελιές, γιατί κάποιος του είχε πει να αφήσει κάτι και στους δύο γιους του για να μην προσβάλλουν τη διαθήκη. Ο Τηλέμαχος ούτε το αποδέχτηκε ούτε έκανε κάτι άλλο. Αυτό το κτήμα είναι ακόμα εκεί, κάθεται έξω από το χωριό.
Η οικογένεια του Τηλέμαχου ήταν και εξακολουθεί να είναι αγαπημένη. Ωστόσο, οι γυναίκες που μπήκαν στην οικογένεια, η Αρίστη και εγώ, έπαιξαν επίσης έναν ρόλο. Η Αρίστη ήταν ένας άγγελος. Ίσως δε γνώριζε γράμματα, αλλά μεγάλωσε, ωρίμασε και έγινε μια πολύ έξυπνη γυναίκα που κράτησε καλά το τιμόνι μέσα στην οικογένεια. Όσο για την πεθερά μας, από ό,τι έμαθα από άλλους αφού δεν είχα την ευκαιρία να τη γνωρίσω, ήταν ένας υπέροχος άνθρωπος. Εργατική, πάντα στα χωράφια και έξω από το σπίτι, δεν την ένοιαζε πολύ για το σπίτι όσο ήταν στα χωράφια. Τότε είχε πει: «Οποια κόρη φέρνουν τα παιδιά μου για νύφη, καλοδεχούμενη. Για εμένα, θα είναι το παιδί μου».
Η Αρίστη ήταν η πρώτη που μπήκε στην οικογένεια και όπως μου είπανε, επειδή η Αρίστη ήταν από διαφορετικό χωριό, ο γάμος έλαβε χώρα στην εκκλησία του χωριού της και μετά τον γάμο έπρεπε να έρθει στο σπίτι του γαμπρού ως νύφη. Η πεθερά μου την περίμενε στην πόρτα με το κλειδί στο χέρι που το έδωσε σε εκείνη και της είπε: «Κόρη μου καλωσόρισες, είσαι πλέον η νοικοκυρά και η αφέντρα του σπιτιού. Εσύ θα κάνεις κουμάντο από εδώ και πέρα. Εγώ θα φεύγω το πρωί και θα πηγαίνω στα χωράφια. Αν εσύ θες να μου σερβίρεις ένα πιάτο φαγητό, θα κάτσω να το φάω».
Η Αρίστη μου είπε αυτά τα πράγματα όταν γίναμε αδελφές με τον γάμο, επειδή δεν είχα την ευκαιρία να γνωρίσω την πεθερά μου και μοιράστηκε μερικά στιγμιότυπα μαζί μου για να μου δείξει ότι η πεθερά μας ήταν ένας πολύ καλός άνθρωπος. Αλλά η πεθερά μας είχε μείνει παράλυτη και είχε χάσει τα λογικά της όταν ο Τηλέμαχος με έφερε στην οικογένεια και ήταν σαν να μην την έβλεπα.
Η Αρίστη, είχε έναν πολύ πλούσιο θείο στην Αμερική που υποστήριζε τις ανιψιές του. Ακόμα κι όταν εκείνη έδωσε τα χρήματα της προίκας της στον Τηλέμαχο, εκείνος της έστειλε ξανά χρήματα. Τότε ο Τηλέμαχος φρόντισε να χρησιμοποιηθούν τα νέα χρήματα για να της αγοράσει ένα σπίτι για περιουσία.
Με τα χρήματα της προίκας αγόρασε και ένα οικόπεδο για την αδερφή του. Γιατί η συμφωνία γάμου έγινε με τρόπο απλό αλλά καθοριστικό: ο υποψήφιος γαμπρός ενδιαφέρθηκε πρώτα για το οικόπεδο που θα δινόταν ως προίκα. Όταν το είδε είπε στον Τηλέμαχο: «Μπορούμε να κάνουμε κάτι να πουλήσουμε τη γη και να αγοράσουμε ένα ταξί για μένα;» «Όχι» του είπε ο Τηλέμαχος. «Η γη ποτέ δε θα χάσει την αξία της, είναι ένα υλικό αγαθό. Ένα ταξί είναι απλά ρόδες και οποιαδήποτε στιγμή τα χρήματα που επενδύονται σε αυτό μπορούν να χαθούν. Αν δεχτείς υπό αυτές τις συνθήκες, τότε είναι εντάξει». Δεν ήθελε να χάσει την προίκα της η αδερφή του. Και ο γαμπρός είπε: «Εντάξει». Ο αρραβώνας έγινε στην αυλή μας την ημέρα του εορτασμού της Αγίας Ελένης. Ο γαμπρός έφτασε με λουλούδια και επισημοποιήθηκε ο αρραβώνας.
Μετά από πολύ μικρό χρονικό διάστημα, ο Τηλέμαχος βρήκε έναν εργολάβο, τον οποίο παρακάλεσε να του κάνει διευκολύνσεις και έχτισε ένα δωμάτιο πίσω από το υπάρχον, δημιουργώντας έτσι συνολικά δύο δωμάτια. Έκανε και μια τουαλέτα στον χώρο αυτό, έξω από τα δωμάτια. Ένα δωμάτιο έγινε το υπνοδωμάτιο, ενώ το άλλο χρησίμευε ως κουζίνα και χώρος υποδοχής. Και έτσι, με το σπίτι τελειωμένο, μπορούσε να γίνει ο γάμος.
Εγώ υπήρξα μάρτυρας και έζησα όλα αυτά τα γεγονότα επειδή η Ελένη ζούσε στην αυλή. Κατά τα δύο χρόνια που ζούσε στην αυλή, εγώ φυσικά πήγαινα στο σχολείο. Καμιά φορά, όταν τελείωνα το σχολείο, θα έβλεπα τον Τηλέμαχο μπροστά μου και θα περπατούσαμε μαζί για λίγο. Ποτέ δε μου πέρασε από το μυαλό ότι οι συναντήσεις μας δεν ήταν τυχαίες, ότι ήταν για εμένα. Του απευθυνόμουν στον πληθυντικό αριθμό, τον έλεγα “Κύριε” και αυτός με αποκαλούσε “Δεσποινίς”.
Όταν ερχόταν να επισκεφτεί την αδελφή του, καθόταν δίπλα στον πατέρα μου και μιλούσαν. Πιστεύω ότι ήδη από εκείνη τη στιγμή είχε αποφασίσει να με παντρευτεί. Αλλά δεν ήξερε πώς να το εκφράσει ή να το πει επειδή η αδελφή του ήταν ακόμα ανύπαντρη. Βεβαίως και εγώ ήμουν νεαρή και δεν ήξερε ποια θα ήταν η γνώμη μου σε μια τέτοια πρόταση, αλλά κυρίως το πρόβλημα ήταν πώς θα μπορούσε να έχει συνομιλίες και να κάνει προτάσεις στον πατέρα ή τη μητέρα μου όταν η αδελφή του ήταν άγαμη.
Αν δεν την πάντρευε δεν μπορούσε να παντρευτεί ούτε αυτός. Μην νομίζεις ότι ο άλλος αδελφός του που είχε παντρευτεί νωρίτερα την Αρίστη ήταν το κανονικό… Αυτό έγινε για άλλο λόγο.
(συνεχίζεται)
photo by klimkin, https://pixabay.com
















































